Στη Λάρισα, πολλοί νομίζουμε πως γνωρίζουμε την Ελένη Αναστασοπούλου. Την πολυσχιδή Ελένη, την παιδαγωγό, την πολιτικό, την εθελόντρια, τη μητέρα, τη σύζυγο, την Περιφερειακή διευθύντρια Εκπαίδευσης Θεσσαλίας, τη φίλη, τη συγγραφέα.
Κι ενώ μόλις εκδόθηκε το πρώτο μυθιστόρημά της “Δυσσάκος”, από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη κι αυτό, όπως και η συλλογή διηγημάτων “Σκοτωμένο νερό”, και σύντομα θα εκδοθεί και το δεύτερό της παραμύθι από τις εκδόσεις Διάπλους, μας λέει ότι δεν είναι… συγγραφέας! Γιατί ο συγγραφέας είναι εργασία πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Και ανυπομονεί να… μεγαλώσει, για να την κάνει!
Ευτυχώς, δεν περιμένει με σταυρωμένα χέρια. Γράφει συνεχώς και μας ταξιδεύει. Με τον “Δυσσάκο” της μάλιστα, μας πάει πενήντα χρόνια πίσω, προσπαθώντας να απαντήσει στο ερώτημα “πώς φτάσαμε ως εδώ”.
Ποιος δε θέλει απάντηση σε αυτό το ερώτημα; Μεγάλος η μικρός. Την απάντηση ο καθένας θα τη δώσει μόνος του, αλλά η συγγραφέας δίνει ένα… χεράκι.
Με αγάπη και φαντασία. Με αλήθεια και όραμα. Με ρεαλισμό και ελπίδα.
Λένε πως συγγραφέας γίνεται κάποιος όταν γράψει μυθιστόρημα.
Εγώ δεν το πιστεύω. Αλλά έτσι κι αλλιώς, δε θεωρώ πως είμαι συγγραφέας. Και θα σας πω τι εννοώ. Γράφω μεν, αλλά δεν κάνω αποκλειστικά αυτό στη ζωή μου. Κι ο συγγραφέας είναι μια εργασία πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Απαιτεί πολύ χρόνο σε καθημερινή βάση, γράψιμο, σκίσιμο, διάβασμα, σας τα έχω ξαναπεί, απόλυτη αφοσίωση. Πρέπει να αφιερώνεται. Όταν γράφει, να μην αφήνει να τον αποσπά τίποτε άλλο. Όλοι λένε, δε θέλω να μεγαλώσω. Εγώ λέω, θέλω να μεγαλώσω για να μπορώ να έχω τη δυνατότητα μόνο να γράφω. Να μπορώ να αφοσιωθώ στο γράψιμο. Για να απαντήσω όμως στο ερώτημά σας, πιστεύω πως ο συγγραφέας πρέπει να ασχολείται με όλα τα είδη λογοτεχνίας.
Προφανώς λέγεται, επειδή το μυθιστόρημα είναι πιο πολύπλοκη υπόθεση.
Κάθε είδος έχει τη δική του ομορφιά και τη δική του δυσκολία. Στο μυθιστόρημα έχεις μια ελευθερία, μια άπλα, αλλά μπορεί και να πλατιάσεις. Είναι εύκολο να “ξεφύγεις”. Το διήγημα σε αναγκάζει σε μια οικονομία. Όμως, και στο μυθιστόρημα πρέπει να έχεις οικονομία. Το διήγημα το αγαπώ. Αγαπώ την ακρίβεια που το χαρακτηρίζει.
Εσείς αγαπάτε και τα χάι κου.
Αλήθεια! Γι’ αυτό το λόγο. Επειδή πρέπει να είσαι εύστοχος, ακριβολόγος. Μου φαίνεται μαγικό να καταφέρνεις να λες, με τόσο λίγες λέξεις, τόσα πολλά πράγματα!
Ε, τότε να συμφωνήσουμε, πως τα ποιήματα και τα διηγήματα είναι τα αρώματα και το μυθιστόρημα η κολώνια!
(Γελάει) Κάπως έτσι. Τι ωραία που το είπατε.
Και πώς προέκυψε το μυθιστόρημα;
Ξεκίνησε από μια ανάγκη μου να απαντήσω, στον εαυτό μου κατ’ αρχάς, στο ερώτημα πώς φτάσαμε εδώ ως κοινωνία. Αυτό διαπραγματεύεται το βιβλίο. Τη μετάλλαξη της ελληνικής κοινωνίας τα τελευταία πενήντα χρόνια, κυρίως στην ελληνική επαρχία. Και για να το απαντήσω και να το περιγράψω, έκανα ένα ταξίδι προς τα πίσω, μια αναδρομή, μια ας την πούμε ανασκόπηση και ενδοσκόπηση ταυτόχρονα. Γιατί όπως έλεγε ο Ουμπέρτο Έκο, για να συλλάβεις τον κόσμο του μυθιστορήματός σου, πρέπει να είσαι εξοικειωμένος με τον κόσμο που θα περιγράψεις, ανεξαρτήτως αν το μυθιστόρημά σου είναι ρεαλιστικό ή φανταστικό.
Το “Δυσσάκος” είναι τρυφερό ή υποτιμητικό;
Τρυφερό. Βεβαίως, υπάρχει και μια πικρή ειρωνεία. Κι όταν διαβάσετε το βιβλίο, θα δείτε ότι εσκεμμένα το Δυσσάκος με ύψιλον γίνεται Δισάκος με γιώτα. Ο δάσκαλος, επειδή το παιδί νιώθει περίεργα με αυτό το όνομα, επινοεί μια ανορθόγραφη λύση.
Εμένα πάλι μου θύμισε το δισάκι, λόγω του ταξιδιού.
Μου αρέσει που ακούω διάφορες ερμηνείες. Με όσους έχω μιλήσει, μου λένε και μια διαφορετική. Αυτό σημαίνει πως έχω αφήσει χώρο στον αναγνώστη για να κάνει το δικό του παιχνίδι. Και το βρίσκω υπέροχο. Επίσης, να σας πω ότι δεν έχει τη μορφή του τυπικού μυθιστορήματος, δεν είναι δηλαδή μια συνεχής αφήγηση. Επειδή έπρεπε σε ένα βιβλίο να χωρέσω πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα μισού αιώνα, χρησιμοποιώ επιστολές και ημερολόγιο. Δεν είναι βέβαια μια τεχνική που ανακάλυψα εγώ, αλλά με βοήθησε πάρα πολύ να διαχειριστώ το χρόνο, καθώς άλλοτε χρειαζόταν να τον επιταχύνω κι άλλοτε να τον διαστέλλω.
Ακούγεται πολύ δύσκολο, γιατί από το ’60 μέχρι σήμερα στην Ελλάδα έχουν συμβεί τόσα πολλά.
Η πυκνότητα των γεγονότων είναι πραγματικά “ασήκωτη” και οι αλλαγές τεράστιες. Ναι, ήταν πολύ δύσκολο. Το ένα δε, έφερνε το άλλο. Αν με ρωτάτε, εγώ το απόλαυσα αυτό το ταξίδι. Κι αυτός ο τρόπος με βοήθησε να φτιάξω το συλλογικό καμβά μέσα στον οποίο κινείται η προσωπική ιστορία των ηρώων. Κι έτσι θυμούνται οι παλιότεροι και μαθαίνουν οι νεώτεροι. Νέοι, στην ηλικία των παιδιών μου, μου λένε, μα πότε έγινε αυτό, και πάνε και το ψάχνουν.
Και μέσα σε αυτόν τον ιστορικό και κοινωνικό καμβά κινούνται τρία πρόσωπα;
Τα βασικά είναι ο Οδυσσέας παππούς, ο Δυσσέας γιος και ο Δυσσάκος εγγονός. Όμως για μένα είναι ένα πρόσωπο, γιατί η αναφορά όλων είναι στον Δυσσάκο. Και στο τελευταίο μέρος μιλάει η γυναίκα της ιστορίας, η Μαρία, το Μαρικάκι, που κι αυτή αναφέρεται στο Δυσσάκο. Ανάμεσα στο επιστολικό και το ημερολογιακό μέρος παρεμβάλλονται τέσσερις σκηνές, στο πρώτο μέρος από το καφενείο όπου βρίσκονται οι άντρες και στο δεύτερο οι γυναίκες της αυλής. Κατέχουν, κατά κάποιο τρόπο, τη θέση του χορού της αρχαίας τραγωδίας, που ξέρουμε ότι ο ρόλος του ήταν να συμπλέκει το συλλογικό με το προσωπικό, να προοικονομεί την ιστορία ή να προφυλάσσει τον ήρωα δίνοντάς του συμβουλές. Εκπροσωπούν δηλαδή την κοινωνία.
Εκτός από τα διηγήματα και το μυθιστόρημα, γράφετε και παραμύθια. Το πρώτο ήταν “Το μυστικό της Ερασμίας και του Έραλντ” και σύντομα έρχεται “Ο Μπαμπαγιούμ και οι καραμέλες”.
Που έχει θέμα την αγαπημένη μου Αφρική. Οι εμπειρίες, οι εικόνες, οι άνθρωποι που γνώρισα εκεί. Όπως λέει και ο φίλος μου ποιητής, ο Γιάννης Αντιόχου, πρώτα ζω και ύστερα γράφω. Το πώς θα το γράψεις, είναι θέμα διάθεσης. Άλλοτε μπορεί να είναι παραμύθι, άλλοτε μυθιστόρημα, διήγημα, χάι κου. Αυτό που έχει σημασία είναι το… ταξίδι.
Αντέχετε την αλήθεια;
Την επιζητώ. Πώς αλλιώς θα διορθωθώ; Με βοηθάει να εντοπίζουν τις αδυναμίες μου, να μου κάνουν παρατηρήσεις. Τι νόημα έχει μια καλή κουβέντα, αν δεν είναι αληθινή;
Συμμετέχετε ενεργά στα κοινά με διάφορους τρόπους. Σήμερα είστε Περιφερειακή διευθύντρια εκπαίδευσης. Πώς βλέπετε τα πράγματα στη χώρα;
Όπως όλοι, νομίζω. Δύσκολα. Από τη θέση που είμαι όμως, μπορώ να δω τις προσπάθειες που γίνονται, κόντρα στα εσωτερικά και εξωτερικά εμπόδια. Κι εμένα πολλές φορές με πιάνει απογοήτευση για διάφορα που συμβαίνουν, αλλά όταν κοιτάω προς τα πίσω, γυρνάω αυτόματα στο σήμερα, ελπίζοντας πως είναι μόνο μια παρένθεση, που θα μας πάει σε ένα καλύτερο αύριο. Δε θέλω με τίποτα να σκέφτομαι πως μπορεί να γυρίσουμε πίσω.
* Το μυθιστόρημα της Ελένης Αναστασοπούλου με τίτλο “Δυσσάκος” παρουσιάζεται τη Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου στις 20:00 στο ΟΥΗΛ, από την Αντιδημαρχία Πολιτισμού & Επιστημών του Δήμου Λαρισαίων, το Σύνδεσμο Φιλολόγων ν. Λάρισας, το Σύλλογο Ελλήνων Κοινωνιολόγων ν. Λάρισας, το βιβλιοπωλείο Γνώση και τις εκδόσεις Γαβριηλίδη.
Για το βιβλίο θα μιλήσουν: ο Τάσος Μάτος – φιλόλογος PhD, η Μπέττυ-Βεατρίκη Μαγρίζου – συγγραφέας, ο Νίκος Χ. Σαμαράς – αρχιτέκτων και η συγγραφέας.
Συντονίζει, ο Γιώργος Τράντας – δημοσιογράφος.
Απ’ τον Οδυσσέα στον Δυσσάκο. Ένα πέρασμα από τη μια γενιά στην άλλη με τα όρια του προσωπικού βιώματος να διαχέονται στο συλλογικό. Η προσωπική μυθολογία των ηρώων συνυφαίνεται με το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο των τελευταίων 50 χρόνων στην Ελλάδα.
http://www.larisaevents.gr/2016/02/21/elenh-anastasopoulou-kserei-ti-thelei-na-ginei-otan-megalwsei
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου