Παρασκευή 1 Απριλίου 2016

ΛΑΡΙΣΑ ΝΕΤ

http://www.larissanet.gr/2016/03/19/den-kano-oneira/

Η ΕΛΕΝΗ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΣ «ΣΥΣΤΗΝΕΤΑΙ» ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ

«Δεν κάνω όνειρα…»

«Δεν κάνω όνειρα…»
Η κα Ελένη Ανασταστοπούλου είναι Συγγραφέας, Διευθύντρια Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης
Του Λευτέρη Παπαστεργίου
Είναι Περιφερειακή Διευθύντρια Εκπαίδευσης. Ασχολείται με την γραφειοκρατία ενός θεσμού που εμπλέκεται κυρίαρχα στην καθημερινότητα της κοινωνικής μας δομής. Η επαφή μας ωστόσο δεν έγινε για θέματα εκπαίδευσης, αλλά εξαιτίας της συγγραφής ενός νέου βιβλίου. Η Ελένη Αναστασοπούλου παρουσίασε στο κοινό τον «Δυσσάκο» της, καταθέτοντας ψυχή και βιώματα. Περί τίνος πρόκειται; Και τι ήταν αυτό που την ώθησε στο να γράψει; Ήθελα να δω τι συμβαίνει όταν ένας άνθρωπος που διαχειρίζεται την καθημερινότητα μιας πολυσύνθετης και δύσκολης διαδικασίας, ανοίγει την καρδιά του και βουτάει μέσα στα συναισθήματά του. Με αυτό ως κεντρικό άξονα της ζήτησα να μου μιλήσει για το βιβλίο της , προσπαθώντας παράλληλα να σας συστήσω μια πλευρά της που μάλλον δεν είναι γνωστή. Δεν ξέρω αν τα κατάφερα, ξέρω όμως πως ότι ακολουθεί είναι γνήσιο, σε μια εποχή όπου σχεδόν όλα είναι φτιαχτά…
«Δυσσάκος», λοιπόν. Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή. Ποια ανάγκη σας ωθεί να αποτυπώσετε σκέψεις και βιώματα στο χαρτί; Ή με άλλα λόγια, γιατί γράφετε;

Αυτή είναι μια ερώτηση η οποία έχει απαντηθεί πολλάκις και ποικιλοτρόπως. Μπορεί κανείς ν’ απαριθμήσει δεκάδες λόγους για τους οποίους κάποιος γράφει ή μοιράζεται κάτι με τους άλλους. Σας παραθέτω ένα απόσπασμα από τα «Γράμματα σ” ένα νέο ποιητή» του Rainer Maria Rilke σε μετάφραση Μάριου Πλωρίτη το οποίο με αντιπροσωπεύει και θαρρώ ότι συμπυκνώνει την ουσία κάθε απάντησης: «Ρωτάτε αν είναι καλοί οι στίχοι σας… Τους συγκρίνετε μ” άλλα ποιήματα, αναστατωνόσαστε όταν κάποιοι αρχισυντάκτες σας γυρνάνε πίσω τα ποιητικά σας δοκίμια. Από δω και μπρος ( μια και μου επιτρέψατε να σας δίνω συμβουλές ) σας παρακαλώ να τ” απαρνηθείτε όλ” αυτά… Κανένας δεν μπορεί να σας συμβουλέψει ή να σας βοηθήσει, κανένας. Ένας μονάχα δρόμος υπάρχει: βυθιστείτε μέσα στον εαυτό σας, αναζητήστε την αιτία που σας αναγκάζει να γράφετε, δοκιμάστε αν οι ρίζες της φυτρώνουν απ” τις πιο βαθιές γωνιές της καρδιάς σας. Εξομολογηθείτε στον εαυτό σας: θα πεθαίνατε τάχα, αν σας απαγόρευαν να γράφετε; Τούτο, πρώτ’ απ’ όλα: αναρωτηθείτε, την πιο σιγηλή ώρα της νύχτας σας: Πρέπει να γράφω; Σκαλίστε βαθιά μέσα σας να βρείτε την απόκριση. Κι αν η απόκριση τούτη αντηχήσει καταφατικά, αν απέναντι στο βαθυσήμαντο τούτο ρώτημα μπορείτε να υψώσετε ένα στέρεο κι απλό Πρέπει, τότε πλάσετε τη ζωή σας σύμφωνα μ” αυτή την ανάγκη».

ΔΥΣΣΑΚΟΣΚαι γιατί το συγκεκριμένο βιβλίο; Πως προέκυψε;
Ο Δυσσάκος προέκυψε ως οδηγός σε μια προσπάθεια ανασκόπησης στο χωροχρόνο των τελευταίων πενήντα χρόνων. Μια ανασκόπηση η οποία μετατράπηκε σε περιπλάνηση που περιείχε τόσο την περιήγηση όσο και την αποκάλυψη της πλάνης των γεγονότων μέσα από τα οποία επήλθε ο μετασχηματισμός της κοινωνίας, η μετάλλαξη ανθρώπων και εννοιών. Με λίγα λόγια προέκυψε ως βοηθός στη λύση του ερωτήματος: «πώς φτάσαμε ως εδώ;».

Περί τίνος πρόκειται; Η αναδρομή στην τελευταία πεντηκονταετία της χώρας είναι υποχρεωτική για να εξηγήσουμε τα όσα μας συμβαίνουν σήμερα; Διάβαζα πρόσφατα πως αυτή η εμμονή με το ιστορικό παρελθόν της χώρας, της στερεί τη δυνατότητα να δει το μέλλον ελεύθερα…

Πρόκειται για τρεις γενιές και το πέρασμα από τη μια γενιά στην άλλη. παρακολουθούμε τη ζωή στην επαρχία με τυπικό ήρωα ένα Οδυσσέα ή Δυσσάκο. Στην πραγματικότητα όμως βλέπουμε μια τυπική διαστρωμάτωση της εποχής και τις αντίστοιχες κατατάξεις του συνόλου της ελληνικής κοινωνίας. Προφανώς ότι συμβαίνει σήμερα δεν συμβαίνει τυχαία. Έχει ένα παρελθόν και μια συνέχεια. Παρ’ όλα αυτά δεν γράφω ιστορία κι ούτε έχω σαν στόχο ν’ αποδείξω ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται ενίοτε ως τραγωδία. Επινόησα μια μυθοπλασία δια μέσου της οποίας καταγράφω τα πολιτικά πάθη, τη ζωή της γυναίκας, των παιδιών, έθιμα και ήθη που εξυπηρετούν μια αλληγορία προκειμένου ν’ αποτυπώσω τις κοινωνικές εξελίξεις και να σχολιάσω με τον δικό μου τρόπο τη μετατροπή μιας χώρας, απότομα, από αγροτοκτηνοτροφική σε αστική.

Ελένη ΑναστασοπούλουΜιλήστε μου λίγο για τους ήρωές σας και πως αυτοί ταυτίζονται με τα δικά σας βιώματα;
Πεποίθησή μου είναι ότι κάθε άνθρωπος, σπουδαίος ή άσημος, γνωστός ή άγνωστος έχει το προσωπικό του αφήγημα εξίσου σημαντικό με οποιοδήποτε άλλο γι αυτό και δημιούργησα τους ήρωές μου, καθημερινούς και ανθρώπινους μεν, με όλη την τραγικότητα της καθημερινότητας δε. Οδυσσείς και Πηνελόπες, Μήδειες, Ήφαιστοι κι Ελπήνορες των καιρών μας ο καθένας στο δικό του ταξίδι και όλοι μαζί δεμένοι σε μια κοινή πορεία, συνδιαμορφώνουν το ταξίδι τόσο ο καθένας ξεχωριστά όσο και σαν σύνολο. Οι ζωές τους, άλλοτε παράλληλες κι άλλοτε τεμνόμενες κατασκευάζουν τον μυθιστορηματικό καμβά πάνω στον οποία αποτυπώνονται οι κοινωνικές εξελίξεις. Οι πεποιθήσεις και η στάση ζωής μας καθορίζονται εν πολλοίς από τα βιώματά μας. Επομένως οι ήρωές μου είναι ένα κράμα βιωματικών και μυθοπλαστικών στοιχείων.

Νομίζω πως ετοιμάζετε ή έχετε έτοιμο και ένα παιδικό βιβλίο;

Το νέο μου παιδικό βιβλίο, μια ιστορία μικρής φόρμας, με τίτλο «Ο Μπαμπαγιούμ και οι καραμέλες» από τις εκδόσεις Διάπλους, έκανε την πρώτη του παρουσίαση το προηγούμενο Σαββατο στον Ιανό στη Θεσσαλονίκη. Είναι μια ιστορία βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα που έζησα στα ταξίδια μου στην Τανζανία. Το όφειλα στα παιδιά της Αφρικής αλλά και σε όλα τα παιδιά που θα το πάρουν στα χέρια τους. Είναι μια γέφυρα γνωριμίας διαφορετικών κόσμων.

Να σας ρωτήσω, τι είναι πιο δύσκολο, να γράφεις για μεγάλα ή για μικρά παιδιά;
Θ’ αντικαταστήσω τη διάζευξη σε σύζευξη κι αυτό διότι πιστεύω ότι δεν υπάρχουν μικροί ή μεγάλοι , αλλά μικροί και μεγάλοι, διαφορετικοί βεβαίως αλλά στον καθένα αξίζει ο ίδιος σεβασμός. Δεν θεωρώ ότι η γραφή είναι εύκολη διαδικασία. Θέλει δουλειά και προσπάθεια ανάλογη αυτής που καταβάλουμε για να δημιουργήσουμε ουσιαστικές σχέσεις στη ζωή μας. Εξάλλου, η επικοινωνία δια της γραφής είναι μια σχέση που χτίζεται.

Ποιο το «μότο» της ζωής σας;
Carpe momentum.
Τι ονειρεύεστε για το μέλλον;
Το μέλλον αποτελεί ένα πεδίο μάχης, μια αρένα γι αυτό in arena consilium capit. Αν και διαθέτω το κατ’ εξοχήν συστατικό των ονείρων, τη φαντασία σε ότι αφορά τη ζωή μου δεν κάνω όνειρα. Αντίθετα τελώ εν εγρηγόρσει έτσι ώστε να μπορώ ν’ αντιμετωπίσω ότι αυτή μπορεί να φέρει. Το μόνο όνειρο που τολμώ να κάνω, όνειρο με την έννοια της ελπίδας, κι αυτό διότι πιστεύω και αγωνίζομαι γι αυτόν τον σκοπό είναι: το σχολείο να γίνει το χώρος όπου οι δημοκρατικές αξίες, η αλληλεγγύη, ο σεβασμός του άλλου, η γνώση και η κριτική σκέψη- με φορέα τον εκπαιδευτικό ο οποίος καλείται να στηρίξει αυτό το στόχο- θα γίνουν τα εφόδια των μαθητών ώστε να δημιουργήσουν ένα μέλλον καλύτερο για όλη την κοινωνία απέναντι σε ακραίες απόψεις ή πατερναλιστικές αντιλήψεις που θέλουν ετερόβουλα όντα και πολίτες χωρίς άποψη.

ERT ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ

http://www.ert.gr/i-eleni-anastasopoulou-grafi-gia-ton-dissako-stis-vivlioparousiasis/

Η Ελένη Αναστασοπούλου γράφει για τον «Δυσσάκο» στις «Βιβλιοπαρουσιάσεις»

Η Ελένη Αναστασοπούλου γράφει για τον «Δυσσάκο» στις «Βιβλιοπαρουσιάσεις»
MIA ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ, ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ
Επιμέλεια: Μαρία Σφυρόερα
Ο «Δυσσάκος» ξεκίνησε σαν μια πράξη ανακάλυψης, σαν απάντηση στο ερώτημα πώς φτάσαμε ως εδώ. Ήταν ένα ταξίδι προς τα πίσω, μια μετανάστευση στον παρελθόντα χρόνο κι από εκεί επιστροφή στο παρόν αποκαθιστώντας τη συνέχειά του. Συνήθως στα μυθιστορήματα βιώνουμε μια φυγή απ’ την πραγματικότητα, εδώ αντίθετα υπάρχει συστηματική επιδίωξη για εμβάθυνση και μορφοποίησης της πραγματικότητας των τελευταίων πενήντα χρόνων, που ήταν πολύ πυκνή σε γεγονότα αλλά κυρίως σε αλλαγές ακατάληπτες εξαιτίας της ταχύτητας με την οποία συνέβαιναν.
Η επιλογή του ονόματος Οδυσσέας σε τρεις εκδοχές –Δυσσέας, Οδυσσέας και Δυσσάκος– σηματοδοτεί το πέρασμα απ’ τη μια γενιά στην άλλη και ταυτόχρονα τις αλλαγές αλλά και την ομοιότητα στον πυρήνα τους, που είναι η διαρκής αναζήτηση, το προσωπικό ταξίδι τού καθενός αλλά και η πορεία ολόκληρης της κοινωνίας μας.
Η σκιαγράφηση του πολιτικού, κοινωνικού και κυρίως ανθρωπολογικού σκηνικού τής πεντηκονταετίας έγινε με τη βοήθεια αρχειακού υλικού από εφημερίδες, περιοδικά, βιβλία και ίντερνετ. Μέρος αυτού του σκηνικού ως αυτόπτες μάρτυρες, ενίοτε και συμμετέχοντες, αποτελεί μεγάλη μερίδα ανθρώπων. Ωστόσο, η προσωπική άποψη δεν αρκεί και ίσως δεν ενδιαφέρει τον αναγνώστη• γι’ αυτό έγινε προσπάθεια αυτή την πολύτιμη προσωπική εμπειρία, που δεν διδάσκεται ούτε και μεταβιβάζεται από άλλον, να συνδυαστεί με εμπειρίες άλλων και να υπάρξει μια πολύπλευρη και συλλογική οπτική.
Το ζητούμενό μου ήταν η είσοδος στις ανθρώπινες ψυχές, η συμμετοχή στο τελετουργικό του ξετυλίγματος της πορείας των ηρώων και, διαμέσου αυτών, η παροχή υπόστασης σε σύμβολα.
Είναι πολλές φορές αποκαλυπτικό να ξαναζεί κανείς το παρελθόν με τα μάτια τού παρόντος. Η αίσθηση της καθημερινότητας συνήθως είναι ελλειμματική και κάποιες φορές στρεβλή, γιατί όταν ζεις κάτι δεν έχεις τη δυνατότητα να το επεξεργαστείς ταυτόχρονα. Η επεξεργασία, ή καλύτερα η διεργασία με νου, ψυχή και πνεύμα γίνεται όταν επικάθεται η σκόνη ή η γνώση.
Οι ήρωες είναι ανθρώπινοι με όλη την τραγικότητα της καθημερινότητας, Οδυσσείς και Πηνελόπες, Μήδειες, Ήφαιστοι κι Ελπήνορες των καιρών μας, ο καθένας στο δικό του ταξίδι και όλοι μαζί δεμένοι σε μια κοινή πορεία, με το ταξίδι να συνδιαμορφώνεται τόσο από τον καθένα ξεχωριστά όσο κι από το σύνολο.
Ελένη Αναστασοπούλου
COVER FB
Το μυθιστόρημα της Ελένης Αναστασοπούλου Δυσσάκος κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδης (σελ. 18, τιμή: 12,72 €).
Γλυπτό εξωφύλλου: Γιώργος Λάππας (1950-2016), Αστοί του Καλαί, Γκαλερί Ζήνα Αθανασιάδη. Ανήκει στην οικογενειακή συλλογή της Ελένης Αναστασοπούλου.
Συνέντευξη της συγγραφέα στο Πρώτο Πρόγραμμα μπορείτε να ακούσετε εδώ.
«Καταγόμαστε από τα παιδικά μας χρόνια, όπως λέει ο Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ. Κατάγομαι από τα λαϊκά παραμύθια που μου έλεγαν οι παππούδες μου, όταν ήμουν παιδί, στο Αργυροπούλι του κάμπου και στο Δίλοφο του βουνού.
Αυτές είναι οι δύο από τις πατρίδες μου, ανάμεσα σ’ εκείνες των προγόνων μου, τον Γράμμο και την Πίνδο, πατρογονικές εστίες με βουνά και νερά τρεχούμενα. Με ψηλώνουν και με ταξιδεύουν, με κουβαλούν και τις κουβαλώ μαζί με τις αφηγήσεις και τα πολυφωνικά τραγούδια. Γι’ αυτό αγαπώ τα μουσικά ακούσματα που προέκυψαν ως αποτέλεσμα της ανάγκης για συλλογική έκφραση• ακούσματα που βασίζονται σε δρόμους παραδοσιακούς, jazz και rock.
12552891_1004875959572656_446452942441151270_nΗ καταγωγή μου από τόπους με βουνά και νερά, με δράκους και νεράιδες μου έμαθαν ότι τους δράκους μπορείς να τους νικάς και στην πραγματική ζωή. Έμαθα επίσης ότι η γνώση και η μάθηση μπορεί να γίνει παραμυθένια και καθόλου βαρετή. Έτσι, ξεκίνησα να γράφω παραμύθια, αρχικά για τις κόρες μου Μένια και Χριστίνα, μετά για τα παιδιά του σχολείου μου και τώρα για τα παιδιά όλου του κόσμου, όπως ο Έραλντ και η Ερασμία, η Λούλου και ο Αζίζ, η Σοφία και ο Κεμάλ. Παιδιά που γνώρισα σε τόπους όπως η Αφρική, τα Βαλκάνια κι άλλα μέρη του κόσμου στα οποία βρίσκω καταφυγή».
Η Ελένη Αναστασοπούλου σπούδασε παιδαγωγικά στην Ελλάδα και στην Ιταλία. Διηγήματά της υπάρχουν στο διαδίκτυο καθώς και σε συλλογική έκδοση διηγημάτων. Έχει εκδώσει τη συλλογή διηγημάτων  Σκοτωμένο νερό (Γαβριηλίδης, 2013) και το παραμύθι Το μυστικό της Ερασμίας και του Έραλντ (Διάπλους, 2014).

Κυριακή 20 Μαρτίου 2016

Κυρία, τι είναι πρόσφυγας;




 
«Πώς να μιλήσεις στα παιδιά για την προσφυγιά έτσι κι αλλιώς τα νιώθουν όλα.

Κυρία, τι είναι πρόσφυγας;
Είναι, να μου ζητάς μια αγκαλιά
και να μην έχω χέρια
Είναι, το σπίτι μας φωλιά
σε δέντρο τσακισμένο
Είναι, η πατρίδα μας, μια λέξη
από χαλάσματα
Είναι, πουλιά που αποδημούν
για το κρύο
με λάσπες στα φτερά.

Αυτές τις λέξεις βρήκα, παιδί μου, για τον πρόσφυγα.
Όμως ο πρόσφυγας δεν είναι λέξη, είναι ξεριζωμός, παιδί μου.»

Τρίτη 1 Μαρτίου 2016

Η Ελένη Αναστασοπούλου μιλάει για τον "Δυσσάκο" στο Πρώτο Πρόγραμμα


Καλεσμένη στην εκπομπή του Πρώτου Προγράμματος "Μπλε σαν πορτοκάλι'', η Ελένη Αναστασοπούλου συζητά με τον Γιώργο Γιανναράκο και τη Μαίρη Βενέζη για τον "Δυσσάκο", ένα μυθιστόρημα - πέρασμα από τη μια γενιά στην άλλη, από τον Οδυσσέα στον Δυσσάκο, με τα όρια του προσωπικού βιώματος να διαχέονται στο συλλογικό. Η προσωπική μυθολογία των ηρώων συνυφαίνεται με το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο των τελευταίων 50 χρόνων στην Ελλάδα. Και οι ήρωες αυτοί είναι, μεταξύ άλλων, ο Δυσσέας, ο Οδυσσέας, ο Δυσσάκος (ή Δισάκος), το Μαρικάκι, η δασκάλα, που στις σελίδες του βιβλίου ενίοτε ακτινοβολούν περισσότερο από τα ιστορικά πρόσωπα. Επίσης πρωταγωνιστικό ρόλο στην πλοκή παίζουν οι θαμώνες του καφενείου και οι γυναίκες της αυλής, που σαν αρχαίος χορός συμπλέουν, τρόπον τινά, με τα πάθη και τις χαρές των άλλων. Εκπροσωπώντας την κοινότητα, δεμένοι κι αυτοί με την ίδια μοίρα, καταθέτουν την πείρα τους σχολιάζοντας πράξεις και παραλείψεις.

Ο Δυσσάκος είναι ένα μυθιστόρημα που προσφέρει μεγάλη ανάσα στον αναγνώστη, ανοίγει ορίζοντα μιας άλλης ζωής, κυρίως μέσα από την πλούσια και συγκινητική γλώσσα του αφηγητή και των
ηρώων του.

Ελενη Αναστασοπουλου: “Ξερει τι θελει να γινει οταν… μεγαλωσει!» συν: στην Κωνσταντίνα Καρυδάκη

zisopoulou
Στη Λάρισα, πολλοί νομίζουμε πως γνωρίζουμε την Ελένη Αναστασοπούλου. Την πολυσχιδή Ελένη, την παιδαγωγό, την πολιτικό, την εθελόντρια, τη μητέρα, τη σύζυγο, την Περιφερειακή διευθύντρια Εκπαίδευσης Θεσσαλίας, τη φίλη, τη συγγραφέα.
Κι ενώ μόλις εκδόθηκε το πρώτο μυθιστόρημά της “Δυσσάκος”, από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη κι αυτό, όπως και η συλλογή διηγημάτων “Σκοτωμένο νερό”, και σύντομα θα εκδοθεί και το δεύτερό της παραμύθι από τις εκδόσεις Διάπλους, μας λέει ότι δεν είναι… συγγραφέας! Γιατί ο συγγραφέας είναι εργασία πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Και ανυπομονεί να… μεγαλώσει, για να την κάνει!
Ευτυχώς, δεν περιμένει με σταυρωμένα χέρια. Γράφει συνεχώς και μας ταξιδεύει.  Με τον “Δυσσάκο” της μάλιστα, μας πάει πενήντα χρόνια πίσω, προσπαθώντας να απαντήσει στο ερώτημα “πώς φτάσαμε ως εδώ”.
Ποιος δε θέλει απάντηση σε αυτό το ερώτημα; Μεγάλος η μικρός. Την απάντηση ο καθένας θα τη δώσει μόνος του, αλλά η συγγραφέας δίνει ένα… χεράκι.
Με αγάπη και φαντασία. Με αλήθεια και όραμα. Με ρεαλισμό και ελπίδα.
 Λένε πως συγγραφέας γίνεται κάποιος όταν γράψει μυθιστόρημα.
Εγώ δεν το πιστεύω. Αλλά έτσι κι αλλιώς, δε θεωρώ πως είμαι συγγραφέας. Και θα σας πω τι εννοώ. Γράφω μεν, αλλά δεν κάνω αποκλειστικά αυτό στη ζωή μου. Κι ο συγγραφέας είναι μια εργασία πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Απαιτεί πολύ χρόνο σε καθημερινή βάση, γράψιμο, σκίσιμο,  διάβασμα, σας τα έχω ξαναπεί, απόλυτη αφοσίωση. Πρέπει να αφιερώνεται. Όταν γράφει, να μην αφήνει να τον αποσπά τίποτε άλλο. Όλοι λένε, δε θέλω να μεγαλώσω. Εγώ λέω, θέλω να μεγαλώσω για να μπορώ να έχω τη δυνατότητα μόνο να γράφω. Να μπορώ να αφοσιωθώ στο γράψιμο. Για να απαντήσω όμως στο ερώτημά σας, πιστεύω πως ο συγγραφέας πρέπει να ασχολείται με όλα τα είδη λογοτεχνίας.
Προφανώς λέγεται, επειδή το μυθιστόρημα είναι πιο πολύπλοκη υπόθεση.
Κάθε είδος έχει τη δική του ομορφιά και τη δική του δυσκολία. Στο μυθιστόρημα έχεις μια ελευθερία, μια άπλα, αλλά μπορεί και να πλατιάσεις. Είναι εύκολο να “ξεφύγεις”. Το διήγημα σε αναγκάζει σε μια οικονομία. Όμως, και στο μυθιστόρημα πρέπει να έχεις οικονομία. Το διήγημα το αγαπώ. Αγαπώ την ακρίβεια που το χαρακτηρίζει.
Εσείς αγαπάτε και τα χάι κου.
Αλήθεια! Γι’ αυτό το λόγο. Επειδή πρέπει να είσαι εύστοχος, ακριβολόγος. Μου φαίνεται μαγικό να καταφέρνεις να λες, με τόσο λίγες λέξεις, τόσα πολλά πράγματα!
Ε, τότε να συμφωνήσουμε, πως τα ποιήματα και τα διηγήματα είναι τα αρώματα και το μυθιστόρημα η κολώνια!
(Γελάει) Κάπως έτσι. Τι ωραία που το είπατε.
Και πώς προέκυψε το μυθιστόρημα;
Ξεκίνησε από μια ανάγκη μου να απαντήσω, στον εαυτό μου κατ’ αρχάς, στο ερώτημα πώς φτάσαμε εδώ ως κοινωνία. Αυτό διαπραγματεύεται το βιβλίο. Τη μετάλλαξη της ελληνικής κοινωνίας τα τελευταία πενήντα χρόνια, κυρίως στην ελληνική επαρχία. Και για να το απαντήσω και να το περιγράψω, έκανα ένα ταξίδι προς τα πίσω, μια αναδρομή, μια ας την πούμε ανασκόπηση και ενδοσκόπηση ταυτόχρονα. Γιατί όπως έλεγε ο Ουμπέρτο Έκο, για να συλλάβεις τον κόσμο του μυθιστορήματός σου, πρέπει να είσαι εξοικειωμένος με τον κόσμο που θα περιγράψεις, ανεξαρτήτως αν το μυθιστόρημά σου είναι ρεαλιστικό ή φανταστικό.
 Το “Δυσσάκος” είναι τρυφερό ή υποτιμητικό;
Τρυφερό. Βεβαίως, υπάρχει και μια πικρή ειρωνεία. Κι όταν διαβάσετε το βιβλίο, θα δείτε ότι εσκεμμένα το Δυσσάκος με ύψιλον γίνεται Δισάκος με γιώτα. Ο δάσκαλος, επειδή το παιδί νιώθει περίεργα με αυτό το όνομα, επινοεί μια ανορθόγραφη λύση.
zisopoulou2
Εμένα πάλι μου θύμισε το δισάκι, λόγω του ταξιδιού.
Μου αρέσει που ακούω διάφορες ερμηνείες. Με όσους έχω μιλήσει, μου λένε και μια διαφορετική. Αυτό σημαίνει πως έχω αφήσει χώρο στον αναγνώστη για να κάνει το δικό του παιχνίδι.  Και το βρίσκω υπέροχο. Επίσης, να σας πω ότι δεν έχει τη μορφή του τυπικού μυθιστορήματος, δεν είναι δηλαδή μια συνεχής αφήγηση. Επειδή έπρεπε σε ένα βιβλίο να χωρέσω πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα μισού αιώνα, χρησιμοποιώ επιστολές και ημερολόγιο. Δεν είναι βέβαια μια τεχνική που ανακάλυψα εγώ, αλλά με βοήθησε πάρα πολύ να διαχειριστώ το χρόνο, καθώς άλλοτε χρειαζόταν να τον επιταχύνω κι άλλοτε να τον διαστέλλω.
Ακούγεται πολύ δύσκολο, γιατί από το ’60 μέχρι σήμερα στην Ελλάδα έχουν συμβεί τόσα πολλά.
Η πυκνότητα των γεγονότων είναι πραγματικά “ασήκωτη” και οι αλλαγές τεράστιες. Ναι, ήταν πολύ δύσκολο. Το ένα δε, έφερνε το άλλο. Αν με ρωτάτε, εγώ το απόλαυσα αυτό το ταξίδι. Κι αυτός ο τρόπος με βοήθησε να φτιάξω το συλλογικό καμβά μέσα στον οποίο κινείται η προσωπική ιστορία των ηρώων. Κι έτσι θυμούνται οι παλιότεροι και μαθαίνουν  οι νεώτεροι. Νέοι, στην ηλικία των παιδιών μου, μου λένε, μα πότε έγινε αυτό, και πάνε και το ψάχνουν.
Και μέσα σε αυτόν τον ιστορικό και κοινωνικό καμβά κινούνται τρία πρόσωπα;
Τα βασικά είναι ο Οδυσσέας παππούς, ο Δυσσέας γιος και ο Δυσσάκος εγγονός. Όμως για μένα είναι ένα πρόσωπο, γιατί η αναφορά όλων είναι στον Δυσσάκο. Και στο τελευταίο μέρος μιλάει η γυναίκα της ιστορίας, η Μαρία, το Μαρικάκι, που κι αυτή αναφέρεται στο Δυσσάκο. Ανάμεσα στο επιστολικό και το ημερολογιακό μέρος παρεμβάλλονται τέσσερις σκηνές, στο πρώτο μέρος από το καφενείο όπου βρίσκονται οι άντρες και στο δεύτερο οι γυναίκες της αυλής. Κατέχουν, κατά κάποιο τρόπο, τη θέση του χορού της αρχαίας τραγωδίας, που ξέρουμε ότι ο ρόλος του ήταν να συμπλέκει το συλλογικό με το προσωπικό, να προοικονομεί την ιστορία ή να προφυλάσσει τον ήρωα δίνοντάς του συμβουλές. Εκπροσωπούν δηλαδή την κοινωνία.
Εκτός από τα διηγήματα και το μυθιστόρημα, γράφετε και παραμύθια. Το πρώτο ήταν “Το μυστικό της Ερασμίας και του Έραλντ” και σύντομα έρχεται “Ο Μπαμπαγιούμ και οι καραμέλες”.
Που έχει θέμα την αγαπημένη μου Αφρική. Οι εμπειρίες, οι εικόνες, οι άνθρωποι που γνώρισα εκεί. Όπως λέει και ο φίλος μου ποιητής, ο Γιάννης Αντιόχου, πρώτα ζω και ύστερα γράφω. Το πώς θα το γράψεις, είναι θέμα διάθεσης. Άλλοτε μπορεί να είναι παραμύθι, άλλοτε μυθιστόρημα, διήγημα, χάι κου. Αυτό που έχει σημασία είναι το… ταξίδι.
 Αντέχετε την αλήθεια;
Την επιζητώ. Πώς αλλιώς θα διορθωθώ; Με βοηθάει να εντοπίζουν τις αδυναμίες μου, να μου κάνουν παρατηρήσεις. Τι νόημα έχει μια καλή κουβέντα, αν δεν είναι αληθινή;
Συμμετέχετε ενεργά στα κοινά με διάφορους τρόπους. Σήμερα είστε Περιφερειακή διευθύντρια εκπαίδευσης. Πώς βλέπετε τα πράγματα στη χώρα;
Όπως όλοι, νομίζω. Δύσκολα. Από τη θέση που είμαι όμως, μπορώ να δω τις προσπάθειες που γίνονται, κόντρα στα εσωτερικά και εξωτερικά εμπόδια. Κι εμένα πολλές φορές με πιάνει απογοήτευση για διάφορα που συμβαίνουν, αλλά όταν κοιτάω προς τα πίσω, γυρνάω αυτόματα στο σήμερα, ελπίζοντας πως είναι μόνο μια παρένθεση, που θα μας πάει σε ένα καλύτερο αύριο. Δε θέλω με τίποτα να σκέφτομαι πως μπορεί να γυρίσουμε πίσω.
* Το μυθιστόρημα της Ελένης Αναστασοπούλου με τίτλο “Δυσσάκος” παρουσιάζεται τη Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου στις 20:00 στο ΟΥΗΛ, από την Αντιδημαρχία Πολιτισμού & Επιστημών του Δήμου Λαρισαίων, το Σύνδεσμο Φιλολόγων ν. Λάρισας, το Σύλλογο Ελλήνων Κοινωνιολόγων ν. Λάρισας, το βιβλιοπωλείο Γνώση και τις εκδόσεις Γαβριηλίδη.
Για το βιβλίο θα μιλήσουν: ο Τάσος Μάτος – φιλόλογος PhD, η Μπέττυ-Βεατρίκη Μαγρίζου – συγγραφέας, ο Νίκος Χ. Σαμαράς – αρχιτέκτων και η συγγραφέας.
Συντονίζει, ο Γιώργος Τράντας – δημοσιογράφος.

Απ’ τον Οδυσσέα στον Δυσσάκο. Ένα πέρασμα από τη μια γενιά στην άλλη με τα όρια του προσωπικού βιώματος να διαχέονται στο συλλογικό. Η προσωπική μυθολογία των ηρώων συνυφαίνεται με το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο των τελευταίων 50 χρόνων στην Ελλάδα.
http://www.larisaevents.gr/2016/02/21/elenh-anastasopoulou-kserei-ti-thelei-na-ginei-otan-megalwsei

ΤΟ ΑΔΙΑΧΩΡΗΤΟ ΓΙΑ ΤΟ «ΔΥΣΣΑΚΟ» ΤΗΣ ΕΛ. ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ

http://paidis.com/2016/02/22/%CF%84%CE%BF-%CE%B1%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CF%87%CF%89%CF%81%CE%B7%CF%84%CE%BF-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%BF-%CE%B4%CF%85%CF%83%CF%83%CE%B1%CE%BA%CE%BF-%CF%84%CE%B7%CF%83-%CE%B5%CE%BB-%CE%B1/
 
«Αχνοζωγραφισμένα πρόσωπα προβάλλουν μέσα από την ένταση των γεγονότων, την ώρα που η προσωπική μυθολογία των ηρώων συνυφαίνεται με το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο των τελευταίων 50 χρόνων στην Ελλάδα», περιέγραψε με τον πλέον ανάγλυφο τρόπο το νέο μυθιστόρημα της Ελένης Αναστασοπούλου «Δυσσάκος»
OLYMPUS DIGITAL CAMERA OLYMPUS DIGITAL CAMERA OLYMPUS DIGITAL CAMERAο φιλόλογος MhD Τάσος Μάτος, στο πλαίσιο σχετικής εκδήλωσης για την παρουσίαση του βιβλίου που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα στην κατάμεστη αίθουσα του θεάτρου ΟΥΗΛ.
«Χαρακτήρες και γεγονότα προοικονομούν τη μοίρα σε ένα μινιμαλιστικό σκηνικό με στακάτους ρυθμούς που βοηθά τον αναγνώστη να βιώσει τη συναισθηματική κατάσταση των ηρώων», συνέχισε ο κ. Μάτος περιγράφοντας συναισθηματικά και κοινωνικά εμπόδια που «πνίγουν» τους ήρωες του μυθιστορήματος, οι οποίοι ωστόσο «… μάχονται και πάντα σηκώνονται»!
Για το νέο βιβλίο της Ελ. Αναστασοπούλου μίλησαν ακόμη η συγγραφέας, ο αρχιτέκτονας Νίκος Σαμαράς και η συγγραφέας Μπέττυ-Βεατρίκη Μαγρίζου, ενώ την εκδήλωση που διοργανώθηκε από την αντιδημαρχία Πολιτισμού και Επιστημών του Δήμου Λαρισαίων, το Σύνδεσμο Φιλολόγων ν. Λάρισας, το Σύλλογο Ελλήνων Κοινωνιολόγων ν. Λάρισας, το βιβλιοπωλείο «Γνώση» και τις εκδόσεις Γαβριηλίδη συντόνισε ο εκπαιδευτικός – δημοσιογράφος Γιώργος Τράντας.
Ειρήνη Παπουτσή

Ταξίδι στο χρόνο με οδηγό το «Δυσσάκο» της Αναστασοπούλου, Χλωπτσιούδης- Ο Δυσσάκος της Αναστασοπούλου, Β. Σιουζουλής


Ελένη Αναστασοπούλου
Γαβριηλίδης
ISBN: 978-960-576-427-2
Την Ελένη Αναστασοπούλου την είχαμε παρουσιάσει και παλαιότερα με αφορμή το βιβλίο της «σκοτωμένο νερό» σημειώνοντας τους διηγηματογραφικούς νεωτερισμούς και την κριτική ματιά της προς τη ζωή της υπαίθρου χωρίς τον αστικό ρομαντισμό
Στο νέο της μυθιστόρημα, «Δυσσάκος» (Γαβριηλίδης, 2015) παρακολουθούμε τη ζωή ενός χωριού. Αν και τυπικά ήρωας είναι ο Δυσσάκος, στην πραγματικότητα η Αναστασοπούλου παρουσιάζει τη ζωή ενός χωριού σε βάθος τριών δεκαετιών μέσα από την τυπική διαστρωμάτωση της εποχής και αντίστοιχη της ελληνικής κοινωνίας. Πρόκειται για ένα αντιπροσωπευτικό σύμβολο (το χωριό κι ο Οδυσσέας) προκειμένου η μυθιστορηματογράφος να αποτυπώσει τις κοινωνικές εξελίξεις και να σχολιάσει με το δικό της τρόπο την πρόοδο(;) μιας χώρας που από αγροτοκτηνοτροφική μετατράπηκε πολύ σύντομα σε αστική, την αλλαγή των ίδιων των ανθρώπων. Η συγγραφέας ειρωνεύεται την επιφανειακή αστική εικόνα των χωρικών που τα εγκατέλειψαν για μία καλύτερη ζωή.
Η πλοκή είναι υποτυπώδης και αναγκαία μόνο για την νοηματική εξέλιξη. Υπάρχει βέβαια ένας κεντρικός μύθος, αλλά όχι πλοκή με πολλές μεταβολές και επεισόδια. Η απουσία της πλοκής αντικαθίσταται από τη μετατόπιση του θέματος και την πολυκεντρικότητα. Μέσα από την πολυθεματικότητα της αφήγησης η συγγραφέας βρίσκει την ευκαιρία μέσα στο μυθιστορηματικό πλαίσιο να ανακινήσει με λεπτομέρειες ένα πλήθος θεμάτων.
Καταγράφει τα πολιτικά πάθη των χωριών, εκθέτει τα προβλήματα της ξενιτιάς, τη λειψανδρία στους αγροτικούς οικισμούς όπου τα παιδιά μεγαλώνουν χωρίς πατεράδες, άνδρες που ζουν μόνοι και πεθαίνουν στην ξενιτιά. Μιλά για τη ζωή στα καράβια και τις δυσκολίες στη θάλασσα (θυμίζω ότι μιλάμε για ατμόπλοια κι όχι για τα σύγχρονα πλοία) με τοπωνύμια σχεδόν καββαδικά... Εκθέτει το ρόλο της γυναίκας στην ύπαιθρο και την απόλυτη πατρική εξουσία στην αγροτική οικογένεια. Η ζωή των παιδιών παραμένει στο πρώτο πλάνο σε όλη σχεδόν την πλοκή. Τα σχολεία της εποχής, η παιδική ψυχολογία, ο ρόλος του δασκάλου της εποχής, όπως ακόμη και οι παιδικές αναπηρίες... Έθιμα της υπαίθρου αναβιώνουν στο μυθιστόρημα της Αναστασοπούλου. Κι οφείλω να υπογραμμίσω ότι για μένα, ως κάτοικο πόλης από γεννήσεως, ορισμένα μού ήταν άγνωστα ή κυρίως δεν γνώριζα την λαϊκή αιτιολογία, την επεξήγησή τους.
Ωστόσο, όλα τούτα είναι τόσο καλά "δεμένα" ώστε το πέρασμα από το ένα θέμα στο άλλο δε γίνεται συχνά καν αντιληπτό· οι εγκιβωτισμοί αυτοί δεν ξενίζουν, δεν ξαφνιάζουν. Οι παράλληλες ατομικές ιστορίες συμπλέκονται κι απομακρύνονται για να ξαναενωθούν. Οι ιστορίες εκτυλίσσονται σταδιακά και με ένα συναρπαστικό τρόπο σε "άσχετη" στιγμή -με αναδρομή αρμονικά τοποθετημένη στον κεντρικό μύθο- η συγγραφέας επιστρέφει για να εξηγήσει ή για να συμπληρώσει μία ιστορία.
Ξεχωριστή και σημαντικότατη θέση -κριτικά- στο βιβλίο κατέχουν οι δύο επιστολογραφίες. Βέβαια η επιστολή ως λογοτεχνικό τέχνασμα δεν είναι κάτι καινούριο. Έχει αξιοποιηθεί πολύ στο παρελθόν ώστε να έχει καταγραφεί ολόκληρη κατηγορία μυθιστορημάτων στα οποία η επιστολή χρησιμοποιείται ως αφηγηματικό μέσο ή παίζει ουσιαστικό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής (ας θυμηθούμε τη «Ζωή εν τάφω» του Μυριβήλη).
Η επιλογή της Αναστασοπούλου είναι ιδιαίτερα ευρηματική ως αφηγηματική διέξοδος μέσα από τα γενέθλια γράμματα του Οδυσσέα (από την ξενιτιά στον ανήλικο γιο του) και τις ετήσιες επιστολές της Μαρίκας (σε δεύτερο χρόνο προς το δικό της γιο) για την αφηγηματική επιτάχυνση και τη διαστολή του χρόνου· χωρίς να υποβιβάζει το συναίσθημα ισορροπεί ανάμεσα στη συναισθηματική φόρτιση των πατρικών επιστολών και την πεζότητα των επίκαιρων σχολίων. Αφηγηματικά συμπυκνώνονται όλα τα γεγονότα που απασχολούν τη συγγραφέα μέσα από τη μετατόπιση του θέματος.
Οι δύο επιστολογραφίες με φυσικό τρόπο καταφέρνουν -μέσα στο συμπυκνωμένο χωροχρόνο τους- να εκθέσουν γεγονότα καθοριστικά για την ιστορία του τόπου και με ρεαλιστική μυθοπλασία να αναδείξει τις αλλαγές της ελληνικής κοινωνίας. Δίνεται η ευκαιρία στους ήρωες να σχολιάσουν γεγονότα της εποχής του και επιτρέπουν να αναφανεί η ψυχολογία τους. Μέσα από τα σχόλια αυτά -στολισμένα με πλούσια ειρωνεία- σαρκάζουν πρόσωπα και δίνοντας το πνεύμα της εποχής γεννώντας στοχασμούς στον αναγνώστη που γνωρίζει την εξέλιξη των πραγμάτων.

Εκατοντάδες γεγονότα παρελαύνουν μπροστά στα μάτια του αναγνώστη. Άλλοτε ξαφνιάζοντάς τον με αστεία συμβάντα που κυριάρχησαν στην επικαιρότητα (όπως η φραπελιά, η συλλογή υπογραφών για τις ταυτότητες κλπ) ή σημαντικά γεγονότα με καθοριστική σημασία (όπως η ανασκαφική επιτυχία του Μανόλη Ανδρόνικου, η φούσκα του χρηματιστηρίου, το πρόβλημα με τα Σκόπια, η εξέγερση του Πολυτεχνείου και η χούντα, το βασιλικό συνταγματικό πραξικόπημα). Πράγματα που όταν τα διαβάζουμε μετά από τόσα χρόνια μας ξαφνιάζουν με την εξέλιξη που γνωρίζουμε για το καθένα.
Και φαίνεται πως απώτερος στόχος της συγγραφέως είναι ακριβώς να κάνει τον αναγνώστη να θυμηθεί το παρελθόν μέσα από μία σύντομη κι εύληπτη ανασκόπηση και να σκεφτεί -γνωρίζοντας πια την εξέλιξη των πραγμάτων- πόσο αγωνιούσε και πόσο είχε πονέσει με καταστάσεις του παρελθόντος. Κάπου ο αναγνώστης θα πονέσεις και τις περισσότερες φορές θα γελάσει, αλλά κυρίως θα καταλάβει -μέσα στο βίαιο κι ανασφαλές παρόν του- πόσο κατευθυνόμενα ήταν τα πράγματα κάποτε και ποιοι τελικά κέρδιζαν από εκείνο τον αποπροσανατολισμό ή σε ποιους έδινε σημασία θεωρώντας τους "ειδικούς".

"Ενας θαυμάσιος αφηγηματικός καμβάς" Κριτική στην εφ. Ελευθερία τςη Λάρισας

ΔΥΣΣΑΚΟΣ:κριτική στην εφ. Ελευθερία, από τον Τάσο Μάτο, Φιλόλογο MhD

Στο νέο της βιβλίο με τίτλο «Δυσσάκος» η Ελένη Αναστασοπούλου δημιουργεί ένα ολοκληρωμένο μυθιστορηματικό / αφηγηματικό σύμπαν, το οποίο δομείται κάθετα και οριζόντια από ποικίλους άξονες.
Ο άξονας πάνω στον οποίο πλέκεται ο αφηγηματικός καμβάς είναι εκείνος της διαδοχής στον χρονικό ορίζοντα τριών γενεών. Οι χαρακτήρες και τα γεγονότα που συμπλέκονται με την πρώτη γενιά «προοικονομούν» και προσδιορίζουν τη μοίρα, τις επιλογές και την πορεία των ηρώων των επόμενων γενεών, ενώ η εξιστόρηση στην ουσία επικεντρώνεται αποφασιστικά στην ιστορία της τρίτης της πλέον σύγχρονης προς τον αναγνώστη γενιάς.
Εξίσου σημαντικός είναι και ο άξονας των εμποδίων τα οποία στήνονται,σχεδόν ανυπέρβλητα, απέναντι στους ήρωες και δεν τους επιτρέπουν να συναντηθούν και να ευτυχήσουν. Δύο είναι οι κατηγορίες των εμποδίων αυτών: τα πρώτα είναι εκείνα που «σχετίζονται με τον εσώτερο ανθρώπινο ψυχισμό και τα σκοτεινά βάθη του», ενώ τα δεύτερα έχουν να κάνουν με τα «κοινωνικά και πολιτικά πλαίσια στα οποία οι άνθρωποι είναι εγκλωβισμένοι». Και τα δύο αυτά είδη εμποδίων πνίγουν την ύπαρξη αλλά οι ήρωες – πραγματικοί μαχητές της ζωής σε όλα τα επίπεδα – καθείς με τον τρόπο και τα όπλα του – μάχονται, πέφτουν, αλλά πάντα σηκώνονται· με μια κουβέντα ο Δυσσάκος και τα υπόλοιπα πρόσωπα του έργου αποτελούν αφηγηματικά αρχέτυπα ηρώων που αγαπούν με πάθος τη ζωή και προσπαθούν να βιώσουν την αλήθεια της, όποιο κι αν είναι το τίμημα.
Ο χρονικός ορίζοντας εκτείνεται από την δεκαετία του 1960 και φτάνει μέχρι το σήμερα. Με την αρχή της ανάγνωσηςσυναντιόμαστε με τους ανθρώπους δύο οικογενειών: της Μαρίας και του Δυσσάκου. Οι άνθρωποι της πρώτης πολεμούν για να αντιμετωπίσουν νοσηρούς ανθρώπινους ψυχισμούς: ένας θετός «πατέρας» / «προστάτης», μια στυγνή εξουσιαστική φιγούρα - που προκαλεί μόνο πόνο σε αυτές, κακοποιώντας τες σωματικά και ψυχικά. Ο φασισμός που γεύεται η Φωτούλα και η κόρη της η Μαρία (βασική ηρωίδα του έργου) δεν παραπέμπει στην σφαίρα της πολιτικής με την στενή έννοια του όρου. Η ζωή τους είναι μαρτυρική και ο αγώνας τους για απελευθέρωση και χειραφέτηση είναι άνισος, αλλά δεν παύουν να αγωνίζονται. Οι άνθρωποι της δεύτερης οικογένειας έχουν να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της πολιτικής τους ιδεολογίας και δράσης: είναι αριστεροί στην σκληρή δεκαετία του ’60. Το μικρό χωριό δεν έχει μόνο καλούς ανθρώπους όπως ο δάσκαλος και ο παπάς. Έχει και τον χαφιέ του, που είναι έτοιμος να κατασπαράξει όσους δεν εμφορούνται από τα «εθνικώς κατάλληλα» φρονήματα. Έτσι ο Οδυσσέας, φεύγει στα καράβια για να αποφύγει συλλήψεις και εξορίες και γίνεται ένας «πατέρας από χαρτί», καθώς οι δικοί του παίρνουν αραιά και που κάποιες επιστολές του. Ο μικρός Δυσσάκος και η μητέρα του βιώνουν με οδύνη την απουσία του.
Τα δύο παιδιά των οικογενειών η Μαρία και ο Δυσσάκος,στην πρώιμη ερωτική τους φιλία,γεύονται το καθένα τους δύο αυτούς φασισμούς, οι οποίοι στην πραγματικότητα αναδεικνύεται πως παραπέμπουν στο ίδιο πράγμα: είτε είναι πολιτική είτε ψυχολογική, η επιβολή και η εξουσία επιζητούν να ρυθμίσουν και να ελέγξουν κάθε πτυχή της ζωής των ανθρώπινων υποκειμένων. Τα θύματα Μαρία και Δυσσάκος, προσπαθώντας να δραπετεύσουν από την επιβολή που βασανίζει τον καθένα τους και να χειραφετηθούν, «χάνονται», ενεργούν σπασμωδικά και το πληρώνουν ακριβά. Μετά από ένα δραματικό κρεσέντο / κάθαρση, με το οποίο αποχωρούν βίαια από το προσκήνιο ένοχοι κι αθώοι της παλιάς τους ζωής, συναντιούνται ξανά και από την αργοπορημένη τους ένωση, γεννιέται ο καρπός του έρωτά τους, ο Φωκάς. Η καρποφόρα αυτή συνάντηση όμως δεν θα έχει ένα γλυκερό ευτυχισμένο τέλος: ο Δυσσάκος ακολουθώντας την οδυσσεϊκή του φύση, θα ζητήσει καταφύγιο στην φυγή και το ταξίδι, ενώ ο Φωκάς, ως Οιδίπους, θα ζητά επίμονα να βρει «ποιος είναι».
Πέρα από την εξόχως εμπνευσμένη αφηγηματική πρώτη ύλη, ο Δυσσάκος είναι εξαιρετικά ενδιαφέρων για πολλούς λόγους. Κατ’ αρχάς η εξέλιξη της ιστορίας διαπλέκεται πολύ έντεχνα με τα ιστορικά γεγονότα των τελευταίων πενήντα χρόνων, τα οποία υπομνηματίζουν τις σκέψεις και τα λόγια των ηρώων. Με αυτό τον τρόπο οι λογοτεχνικοί ήρωες της Αναστασοπούλου αποκτούν σάρκα και οστά, ενώ η δράση τους παρουσιάζεται ολοζώντανη και εύλογη, καθώς τοποθετείται μέσα σε συμφραζόμενα τα οποία ενεργοποιούν εκείνες τις αναπαραστάσεις της πραγματικότητας, που καθοδήγησαν τις σκέψεις και τις ενέργειες της ελληνικής κοινωνίας τα τελευταία πενήντα χρόνια. Ο αναγνώστης βλέπει μπρος στα μάτια του δράσεις και συμπεριφορές, ενώ στο backgroundδιακρίνει την κυρίαρχη κουλτούρα της εποχής μας στην ολότητά της.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οι ήρωες ζουν αλλεπάλληλες και ταυτόχρονες συγκρούσεις: από την μια η αγάπη, η αυθεντικότητα, η δίψα για ζωή με νόημα, η συνάντηση και ο έρωτας και από την άλλη η έλλειψη της αγάπης, η ψεύτικη ζωή, η καταπιεστική ανελευθερία, η αναχώρηση και οι χωρισμοί. Ας μην θεωρήσει κανείς ότι η δόμηση με βάση αυτούς τους αντιθετικούς άξονες κάνει την αφήγηση απλοϊκή και απλουστευτική. Στην ιστορία του Δυσσάκου δεν έχουμε τους καλούς από εδώ και τους κακούς από εκεί: έχουμε την τυραννία της επιβολής και της εξουσίας, περιβεβλημένης είτε ψυχολογικό είτε κοινωνικό μανδύα, η οποία διαποτίζει και διαπερνά με φανερό – κυρίως όμως με αδιόρατο τρόπο – τηνπεριπέτεια που ονομάζεται ανθρώπινη ζωή. Και οι ήρωες αντιμάχονται αυτόν ακριβώς τον ολοκληρωτισμό και την επιβολή.
Πώς κεντιέται όμως όλος αυτός ο αφηγηματικός καμβάς; Πώς καταφέρνει ο «Δυσσάκος» να δημιουργεί στον αναγνώστη μια διάθεση νοσταλγική και τρυφερή παρόλο που τα γεγονότα που ιστορούνται συντρίβουν τους ήρωες; Κατ’ αρχάς είναι το πηγαίο και αυθεντικό χιούμορ που διακρίνεται με σαφήνεια σε πολλά σημεία και δεν αφήνει την αφήγηση να μεταπέσει σε μελοδραματισμούς. Εκείνο όμως που εντυπωσιάζει και αποτελεί δείγμα μεγάλης ευαισθησίας της δημιουργού του, είναι η χρήση της εικόνας ως εκφραστικού εργαλείου. Θα ‘λεγε κανείς πως ο Δυσσάκος είναι φιλοτεχνημένος με κινηματογραφική ματιά: σε κάθε σελίδα ξεπηδούν εικόνες του Ταρκόφσκι και σκηνές των Ταβιάνι. Σε μια σκηνή λοιπόν ο παππούς Δυσσέας για να περνά την ώρα του «χαράζει με το σουγιά μια βέργα σχηματίζοντας στη φλούδα τετράγωνα, ρόμβους και κυκλάκια». Εκείνη την στιγμή έρχεται το πρώτο γράμμα από τον χαμένο από χρόνια γιο του με άσχημα νέα. Ο παππούς δεν μιλά· «... χάραξε ένα κυκλάκι στη φλούδα και στο κέντρο του έπεσε το δάκρυ που δεν μπόρεσε να συγκρατήσει ...».
Το ίδιο ποιητικός και ο χρονότοπος της αφήγησης που παραπέμπει σε μαγική λογοτεχνία, γεγονός που επιτείνεται από τα εξωτικά τοπωνύμια: Γκραντίσκα, Πραμόρτσα, ΚιάτραΝτισικιάτα. Οι ήρωες Πρωτεϊκοί όσο και ρεαλιστικοί: ο αναγνώστης μένει με την γόνιμη απορία για το ποιος από τα τρία πρόσωπα που εμφανίζονται με το ίδιο όνομα είναι το πρωταγωνιστικό: ο παππούς Δυσσέας, ο γιος Οδυσσέας ή ο εγγονός Δυσσάκος;
Ο Δυσσάκος είναι ένα αφήγημα με το οποίο ο αναγνώστης θα αισθανθεί απόλαυση, ενώ αυθόρμητα δεν θα μπορέσει να αποφύγει και το στοχασμό της ζωής των ηρώων του έργου αλλά και της δικής του ζωής. Είναι το αφήγημα των τελευταίων πενήντα χρόνων της ελληνικής κοινωνίας· στην εξιστόρηση αυτή ο καθένας μας θα διακρίνει με σαφήνεια τις υποθήκες που έχουν εγγραφεί και τις σφραγίδες που έχουν τεθεί στις ζωές όλων μας.

ΔΥΟ ΟΔΥΣΣΕΙΕΣ ΧΩΡΙΣ ΙΘΑΚΗ



ΕΝ ΛΕΥΚΩ ΔΥΟ ΟΔΥΣΣΕΙΕΣ ΧΩΡΙΣ ΙΘΑΚΗ 23 02 2016

http://www.thessaliatv.gr/videos/4147/en-leykw-dyo-odysseies-xwris-ithakh-23-02-2016/

Ο ΔΥΣΣΑΚΟΣ ΒΡΗΚΕ ΤΗΝ «ΙΘΑΚΗ» ΤΟΥ ...τι..ρεί, Λάρισα


Ο ΔΥΣΣΑΚΟΣ ΒΡΗΚΕ ΤΗΝ «ΙΘΑΚΗ» ΤΟΥ
Σε μια πολύ όμορφη και ζεστή εκδήλωση, στην κατάμεστη από κόσμο αίθουσα του θεάτρου, ο μικρός Οδυσσέας, ο Δυσσάκος της Ελένης Αναστασοπούλου, βρήκε την «Ιθάκη» του, στον ΟΥΗΛ! Το νέο βιβλίο της Λαρισαίας συγγραφέως από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδης παρουσιάστηκε χθες στο δημοτικό θέατρο με την συνεργασία της Αντιδημαρχίας Πολιτισμού και Επιστημών του Δήμου Λαρισαίων, της Ένωσης Ελλήνων Κοινωνιολόγων νομού Λάρισας, του Συνδέσμου Φιλολόγων νομού Λάρισας και του βιβλιοπωλείου Γνώση.
IMG_1966Ανοίγοντας την εκδήλωση ο αντιδήμαρχος Πολιτισμού και Επιστημών, Πάνος Σάπκας, απηύθυνε χαιρετισμό λέγοντας ότι το βιβλίο της Ελένης Αναστασοπούλου μας δείχνει «πως φτάσαμε ως εδώ. Για να κατανοούμε το παρόν πρέπει να θυμόμαστε τι περάσαμε στο παρελθόν. Το βιβλίο αυτό μας βοηθάει να θυμηθούμε το χθες με ένα πολύ ευχάριστο τρόπο».
Στην συνέχεια, και σε συντονισμό του δημοσιογράφου Γιώργου Τράντα, πήραν τον λόγο οι παρουσιαστές. Ο φιλόλογος Τάσος Μάτος σχολίασε πως «μέσα από τους ήρωες φαίνεται η κυρίαρχη κουλτούρα της χώρας την κάθε εποχή που διανύει η ιστορία του Δυσσάκου», ενώ η συγγραφέας Μπέττυ-Βεατρίκη Μαγρίζου τονίζοντας πως ο τρόπος που αναπτύσσεται η ιστορία είναι «ευρυματικός», ανέφερε ότι η συγγραφέας κερδίζει επάξια μια θέση στην ελληνική Λογοτεχνία. Ταυτόχρονα επέδωσε εύσημα για την χρήση της γλώσσας ανάλογα με τους χαρακτήρες: «Η γλώσσα του βιβλίου είναι τόσο απίθανα δοσμένη γύρω από τους ναυτικούς που μέσα μου έλεγα ‘μπράβο βρε Ελένη’!». Ο αρχιτέκτονας Νίκος Σαμαράς είπε με την σειρά του ότι διαβάζοντας τον Δυσσάκο κατάλαβε πως «η ερμηνεία του βιβλίου γίνεται μέσω της κοινής μνήμης των συνομιλήκων και των μεγαλύτερων συντοπιτών της συγγραφέως». Η ίδια η συγγραφέας διάβασε αποσπάσματα του βιβλίου.

http://www.tirei.gr/%CE%BF-%CE%B4%CF%85%CF%83%CF%83%CE%B1%CE%BA%CE%BF%CF%83-%CE%B2%CF%81%CE%B7%CE%BA%CE%B5-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B9%CE%B8%CE%B1%CE%BA%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CF%85/?utm_campaign=shareaholic&utm_medium=facebook&utm_source=socialnetwork