"Ο παλιατζής. Ολα τα παλιά αγοράζω"
βγαίνω στο μπαλκόνι. Τ' αγροτικό μάρκας Ντάτσουν,φορτωμένο το ξόδι, πέφτει σε λακκούβα. Ενα αχ ξέφυγε απ' το μεταλλικό κεφαλάρι νυφικού , ισως και νεκρικού κρεβατιού. Ενα χαμόγελο πέταξε απ' την παλιά κορνίζα και σκάλωσε στα γυμνά κλαδιά του πλάτανου που εκλιπαρεί τα νερά για λιγο πράσινο. Ερωτες κρεμασμένοι σε φυλλοβόλα δέντρα...