Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2020

 

https://www.eleftheria.gr/m/%CF%80%CF%81%CF%8C%CF%83%CF%89%CF%80%CE%B1/item/257425-%C2%AB%CF%84%CE%BF-%CE%B2%CE%B9%CE%B2%CE%BB%CE%AF%CE%BF,-%CF%8C%CF%80%CF%89%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%BF%CE%B9-%CE%BC%CE%B5%CE%B3%CE%AC%CE%BB%CE%B5%CF%82-%CE%B1%CE%B3%CE%AC%CF%80%CE%B5%CF%82,-%CE%B8%CE%AD%CE%BB%CE%B5%CE%B9-%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%BA%CE%BB%CE%B5%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%84%CE%B7%CF%84%CE%B1%C2%BB.html 

 Ελπίζω κι εύχομαι από την καρδιά μου, να γίνει ο εγκλεισμός η ευκαιρία για παιδιά και γονείς ν’ ανακαλύψουν μαζί, τον πλούτο και την αναγνωστική ευχαρίστηση των βιβλίων λέει η κ. Αναστασοπούλου

 «Το βιβλίο, όπως και οι μεγάλες αγάπες, θέλει αποκλειστικότητα» Η εκπαιδευτικός-συγγραφέας Ελένη Αναστασοπούλου μιλά στην «ΕτΔ» για την αξία της επαφής με έγχαρτο βιβλίο * «Το σχολείο θέλει φυσική και όχι ψηφιακή παρουσία» δηλώνει για την εξ αποστάσεως εκπαίδευση 

Δημοσίευση: 13 Απρ 2020 20:00 

Ελπίζω κι εύχομαι από την καρδιά μου, να γίνει ο εγκλεισμός η ευκαιρία για παιδιά και γονείς ν’ ανακαλύψουν μαζί, τον πλούτο και την αναγνωστική ευχαρίστηση των βιβλίων λέει η κ. Αναστασοπούλου 

 Αυτές τις ημέρες που όλοι «Μένουμε Σπίτι» προσπαθούμε να βρούμε τρόπους να περάσουμε τον χρόνο μας δημιουργικά κάνοντας πράγματα που μέχρι πρότινος δεν είχαμε τον χρόνο να κάνουμε. Η απασχόληση των παιδιών όμως μέσα στο σπίτι δεν είναι απλή υπόθεση. Οι γονείς έχουν επιστρατεύσει ό,τι μέσο έχουν στη διάθεσή τους, για να βοηθήσουν τα παιδιά τους να περνούν ευχάριστα τις μέρες τους. Παιχνίδι, βιβλία, παραμύθια, εικαστικές κατασκευές, μουσική και αξιοποίηση της τεχνολογίας είναι τα «όπλα» που έχουν στη φαρέτρα τους. Τα βιβλία όμως, όπως φαίνεται, είναι εκείνα που κρατούν τα σκήπτρα και μάλιστα με διαφορά. 

 

Η εκπαιδευτικός-συγγραφέας κ. Ελένη Αναστασοπούλου μιλά στην «ΕτΔ» για το κατά πόσο η κρίση του κορονοϊού ανέδειξε σε μεγαλύτερο βαθμό την αξία του παιδικού βιβλίου, για το παραμύθι της «Eνα δώρο για τον παππού», ένα βιβλίο που πραγματεύεται τη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στους ανθρώπους της τρίτης ηλικίας και στα παιδιά, μια σχέση που σήμερα δοκιμάζεται από την πανδημία, το νέο της πνευματικό «παιδί». Από τη συζήτηση δεν θα μπορούσε να λείπει και το θέμα της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, μιας και η Ελένη Αναστασοπούλου είναι εκπαιδευτικός και διετέλεσε και περιφερειακή διευθύντρια Εκπαίδευσης.

 Η συνέντευξη:

 - Κυρία Αναστασοπούλου, αυτές τις ημέρες του εγκλεισμού, τα βιβλία αποδεικνύονται οι πολυτιμότεροι σύντροφοι των παιδιών. Θεωρείτε ότι η κρίση του κορονοϊού ανέδειξε ακόμη περισσότερο την αξία και σημασία του παιδικού βιβλίου; 

 Θα ήταν ευχής έργο αν ήταν αληθινό, να είναι το βιβλίο ένας από τους πολυτιμότερους φίλους των παιδιών, όχι μόνο σε συνθήκες εγκλεισμού, αλλά και κάθε περίσταση. Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική. Αν ένα παιδί δεν έχει επαφή με το έγχαρτο βιβλίο από τα πρώτα του κιόλας βήματα, αν δεν έχει συνηθίσει να βλέπει τους γονείς του να κρατούν ένα βιβλίο στα χέρια τους σε καθημερινή βάση, αν δεν του έχουν διαβάσει παραμύθια και ιστορίες πριν κοιμηθούν, αν η μαμά και ο μπαμπάς δεν έχουν κρατήσει στην αγκαλιά τους το παιδί διαβάζοντας ή βλέποντας τις εικόνες ενός βιβλίου, αν η οθόνη του υπολογιστή και τα «παιδικά» προγράμματα είναι η εύκολη λύση «παρκαρίσματος» των παιδιών, τότε δύσκολα τα παιδιά θα νιώσουν το βιβλίο ως έναν από τους πολυτιμότερους συντρόφους. Το βιβλίο, όπως και οι μεγάλες αγάπες, θέλει αποκλειστικότητα. Θέλει να του αφιερωθείς. Να το πιάσεις τρυφερά στα χέρια, να κάνεις τον κόπο να γυρίσεις τις σελίδες του, με όλο το βάρος των νοημάτων ή της απλής ευχαρίστησης που κουβαλούν, να συνδιαλλαγείς μαζί του, να το αναζητήσεις ξανά και ξανά. Αν μάθεις να το κάνεις αυτό, τότε θα σου δώσει όλο τον κρυμμένο θησαυρό του. Ελπίζω κι εύχομαι από την καρδιά μου, να γίνει ο εγκλεισμός η ευκαιρία για παιδιά και γονείς ν’ ανακαλύψουν μαζί, τον πλούτο και την αναγνωστική ευχαρίστηση των βιβλίων, λέει η κ. Αναστασοπούλου. Να προσθέσω ωστόσο πως ό,τι εμπεριέχει το στοιχείο του εξαναγκασμού γίνεται απωθητικό για τον άνθρωπο. Γι’ αυτό σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί ο υποχρεωτικός εγκλεισμός σαν εργαλείο πίεσης προς τα παιδιά, διότι τότε θα έχουμε ακριβώς τ’ αντίθετα αποτελέσματα.

 -Το παραμύθι σας «Eνα δώρο για τον παππού» είναι πιο επίκαιρο από ποτέ. Τώρα που τα παιδιά στερούνται τον παππού και τη γιαγιά, με ποιον τρόπο τα παραμύθια τούς φέρνουν κοντά τους; 

Το συγκεκριμένο παραμύθι μου, ανάμεσα στ΄ άλλα που διαπραγματεύεται, αναφέρεται στη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στους ανθρώπους της τρίτης ηλικίας και στα παιδιά. Ανάμεσα στους παππούδες/γιαγιάδες και στα εγγόνια τους. Δείχνει ότι δεν φροντίζουν μόνο οι παππούδες/γιαγιάδες τα εγγόνια, αλλά αντίστοιχα μπορούν και τα εγγόνια να κάνουν πράγματα γι’ αυτούς. Εξαιτίας της πανδημίας, ειδικά αυτή η σχέση έχει πληγεί περισσότερο απ’ όλες, αφού για λόγους προστασίας τα εγγόνια πρέπει να είναι μακριά από τους ηλικιωμένους. Το πρώτο, λοιπόν, δώρο που μπορούν να κάνουν τα παιδιά στους παππούδες/γιαγιάδες τους, είναι να μείνουν μακριά τους και να παίρνουν όλα τα μέτρα προφύλαξης. Μακριά όμως, δεν σημαίνει σε αποξένωση. Εδώ η τεχνολογία, που τόσο υμνήθηκε τον τελευταίο καιρό, μπορεί να παίξει τον ρόλο της. Είναι πολύ σημαντικό, τόσο για τα παιδιά όσο και για τους παππούδες/γιαγιάδες τους να επικοινωνούν τακτικά. Τα παραμύθια, οι ιστορίες, τα τραγούδια και τα ταχταρίσματα των παππούδων/γιαγιάδων προς τα εγγόνια τους, μπορούν να συνεχιστούν με τις βιντεοκλήσεις αλλά και τις τηλεφωνικές κλήσεις. Φυσικά, σε καμία περίπτωση, δεν μπορούν ν’ αντικαταστήσουν τη φυσική επαφή, το χάδι, την αγκαλιά αυτών των «σημαντικών Άλλων» στη ζωή των παιδιών. Είναι απλά βοηθητικά, ας μην το ξεχνάμε. Κι αν θέλουν τα παιδιά, μπορούν να κάνουν ό,τι έκανε ο Μάριος για τον παππού του: ν’ ανατρέξουν στο οικογενειακό φωτογραφικό άλμπουμ να ετοιμάσουν την ιστορία του παππού και της γιαγιάς, μέσα από τις φωτογραφίες τους και να τους το χαρίσουν όταν θα βρεθούν ξανά κοντά τους. Να προσθέσω εδώ ότι η φετινή Παγκόσμια ημέρα του Παιδικού Βιβλίου, που γιορτάζεται στις 2 Απριλίου, ήταν φτωχότερη και παράξενη. Ακυρώθηκαν όλες οι προγραμματισμένες δράσεις που θα κάναμε όλοι οι συγγράφεις ανάμεσα σε παιδιά και με τα βιβλία αγκαλιά. Έτσι κι εγώ ανταποκρίθηκα με μεγάλη χαρά στην πρόταση του Δήμου Λαρισαίων να βιντεοσκοπήσω ένα παραμύθι μου, συγκεκριμένα το «Ένα δώρο για τον παππού», κι αυτό ν’ αναρτηθεί στη σελίδα του Δήμου για να φτάσει στα σπίτια όλων των παιδιών. Έτσι θα έχουμε την ψευδαίσθηση ότι θα είμαστε μαζί, αλλά και τη βεβαιότητα ότι ο κορονοϊός δεν θα μας νικήσει.

 -Πολλοί συγγραφείς αυτήν την περίοδο -συνηθίζεται σε περιόδους κρίσης - διακατέχονται από συγγραφικό οίστρο. Ετοιμάζετε κάτι καινούριο;

 Όπως ανέφερα και νωρίτερα ο υποχρεωτικός εγκλεισμός δεν είναι πάντα παραγωγικός και δημιουργικός. Ευτυχώς επανάκτησα γρήγορα τους ρυθμούς μου και είμαι μεταξύ διαβάσματος, γραψίματος και σβησίματος σχεδόν όλη μέρα, με μικρά διαλείμματα επικοινωνίας και άσκησης. Μόλις εκδόθηκε, από τις εκδόσεις Θράκα, ένα βιβλίο μου με χαϊκού, απόσταγμα και ανάσες διαφυγής τα τέσσερα χρόνια της θητείας μου ως περιφερειακή δ/ντρια Εκπαίδευσης Θεσσαλίας. Είναι ένα πανέμορφο βιβλίο τσέπης, ένα μπονσάι όπως ταιριάζει σε αυτά τα ιαπωνικής φόρμας ποιήματα. Μπορεί κανείς να το έχει συνέχεια μαζί του, αφού τα χαϊκού διαβάζονται σαν φάρμακο, σε μικρές δόσεις. Η πανδημία δεν επέτρεψε να το συστήσουμε στο αναγνωστικό κοινό, κάτι που θα γίνει άμα τη λήξη των περιοριστικών μέτρων.

 -Με τα σχολεία κλειστά «ανακαλύψαμε» την εξ αποστάσεως εκπαίδευση: Παρά τα όποια προβλήματα, χιλιάδες μαθητές σε όλη τη χώρα παρακολουθούν μαθήματα μέσω του διαδικτύου. Είστε εκπαιδευτικός και διατελέσατε και καθήκοντα περιφερειακής δ/ντριας Εκπαίδευσης Θεσσαλίας για μεγάλο χρονικό διάστημα, θεωρείτε ότι προχωρά ικανοποιητικά;

 Η εξ αποστάσεως εκπαίδευση είναι μια επικουρική μέθοδος εκπαίδευσης, χρήσιμη σε συνθήκες σαν αυτή που διαβιούμε όπως και σε κάποιες ιδιαίτερες περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να γίνει η εκ του σύνεγγυς διδασκαλία. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Ας μου επιτραπεί να διαφωνήσω με τους πανηγυρισμούς της υπουργού περί μετάβασης του σχολείου στην ψηφιακή εποχή, αναβάθμισης της εκπαίδευσης κι άλλα παρόμοια. Καταρχάς το ψηφιακό σχολείο υπάρχει από το 2010, και στην παρούσα περίσταση γενικεύτηκε και βελτιώθηκε, αν και με πολλές δυσκολίες, η χρήση των υπαρχουσών τεχνολογικών εφαρμογών. Αυτό θα ήταν αδύνατο χωρίς τις τιτάνιες προσπάθειες των εκπαιδευτικών, οι οποίοι παρά την άδικη και αμετροεπή στοχοποίησή τους από μερίδα των ΜΜΕ, παλεύουν μ’ ένα ηλεκτρονικό σύστημα που συχνά πυκνά «πέφτει» ή «η σύνδεση δεν είναι εφικτή», εκπαιδευτικών που αφιερώνουν πολύ περισσότερο χρόνο απ’ ό,τι αφιέρωναν στο σχολείο για να είναι κοντά στους μαθητές τους. Οι περισσότεροι δε, είχαν ξεκινήσει τις ηλεκτρονικές επαφές με τους μαθητές τους, πολύ πριν τη σχετική εντολή του ΥΠΑΙΘ για την εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Είναι θετικό που η πλειονότητα των μαθητών δεν έχασαν την επαφή με τους εκπαιδευτικούς, και δεν λέω με το σχολείο, διότι η επαφή με το σχολείο δυστυχώς με την εξ αποστάσεως εκπαίδευση ακυρώνεται. Το σχολείο είναι κοινότητα, είναι διάλογος, είναι αντίρρηση και συμφωνία, είναι αντίθεση και σύνθεση, είναι αλληλεπίδραση, είναι η επαφή των βλεμμάτων, το άκουσμα της ανάσας των παιδιών, η συναίσθηση της αγωνίας, είναι κοινωνικοποίηση, είναι ανταλλαγή σκέψεων και ιδεών, είναι δημοκρατία. Όλα αυτά εντάσσονται στην αποστολή του σχολείου κι αυτό δεν μπορεί να γίνει κατά μόνας. Θέλει ομαδικότητα, θέλει φυσική και όχι ψηφιακή παρουσία. Βέβαια αν η μόνη ανησυχία είναι να καλυφθεί η ύλη και η προετοιμασία για τις εξετάσεις, τότε η εξ αποστάσεως εκπαίδευση είναι πολύτιμη. Τότε όμως δεν μιλάμε για σχολείο, αλλά για χώρο προετοιμασίας εξετάσεων. Τρομάζω στην ιδέα ότι αυτού του τύπου η εκπαίδευση μπορεί να δημιουργήσει τη διάθεση σε κάποιους να την παγιώσουν στο μέλλον, να τη χρησιμοποιήσουν ευρέως και ν’ αντικατασταθεί η διά ζώσης διδασκαλία. Από τη στιγμή που θα διαρραγεί η σχέση τύπου συγκοινωνούντων δοχείων, μαθητή με μαθητή, εκπαιδευτικού με μαθητή, εκπαιδευτικού με εκπαιδευτικό και σχολείου με γονείς, θα πάψει να υπάρχει το σχολείο τουλάχιστον με τις γνωστές παιδαγωγικές λειτουργίες που μέχρι σήμερα γνωρίζουμε. Το απεύχομαι. 

 Συνέντευξη: Νατάσα Πολυγένη

 

 https://www.google.com/search?channel=crow2&client=firefox-b-d&q=7%2B1+%CE%B4%CE%B9%CE%B7%CE%B3%CE%AE%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1+%CE%B3%CE%B9%CE%B1+%CF%84%CE%BF%CE%BD+%CE%9D%CE%BF%CE%AD%CE%BC%CE%B2%CF%81%CE%B9%CE%BF+culturebook

Αναστασοπούλου Ελένη 

 Η Μπουμπού η βουλευτίνα

 Έλα κάτσε να σου πω, γιατί είμαι όλος φούρκα. Τι; Δεν ξέρεις τι είναι η φούρκα; Τα πήρα στο κρανίο, πως το λέτε εσείς οι νέοι, έχω νεύρα τέλος πάντων. Κάτσε· Γιώργη φέρε καρέκλα στο κορίτσι, όχι αυτήν βρε, την άλλη, την καλή με το μαξιλάρι, κάτσε κι άκου. Δεν βιάζεσαι, βιάζεσαι; Α, γεια σου, κάτσε γιατί θα σκάσω αν δεν τα πω. Να κεράσω καφέ… Αντώνη, ένα καφέ στο κορίτσι… ήπιες; πιες ένα ακόμα, θα τον χρειαστείς μ' αυτά που θ' ακούσεις. Σ΄ εσένα που είσαι νέα, θέλω να τα πω και να μου πεις αν έχω άδικο. Σε ποιον να τα πω; στον Αντώνη; αυτός έχει τα ίδια μυαλά μ΄ εμένα. Όχι να μου πεις δηλαδή, εγώ φταίω ή αυτηνής της πήραν τα μυαλά αέρα. Το μυρμήγκι όταν θέλει να χαθεί βγάζει φτερά, καλά τα λέει η παροιμία. Το μυρμήγκι βγάζει φτερά κι αυτή έβγαλε γλώσσα και σήκωσε τη μύτη ψηλά. Άμα σηκώνεις τη μύτη δεν βλέπεις που πας, βλέπεις; άντε περπάτα με τη μύτη στον ουρανό. Όχι , κοίτα, βλέπω που πατάω; Ορίστε σκόνταψα κιόλας, ή φάω τα μούτρα μου ή θα πατήσω στα σκατά, με το συμπάθιο. Μη βιάζεσαι ντε, η δουλειά δεν τελειώνει ποτέ, άσε με να ξεθυμάνω πρώτα, Αντώνη, βάλε ένα τσιπουράκι, είναι η ώρα του και που είσαι Γιώργη, δυνάμωσε λίγο το ράδιο ν' ακούμε τον Στελλάρα. Την ξέρω από μια σταλιά, την μεγάλωσα, ερχόταν κάθε Σάββατο με τη μάνα της να πάρουν κρέας, έβλεπε τα αρνιά κρεμασμένα με τη γλώσσα έξω κι αυτό το σκασμένο έβγαζε τη δική της, από τότε φαινόταν τι σόι ήταν. Θυμάσαι τι έκανες εσύ όταν ερχόσουν με τον πατέρα σου; Όταν είχαμε σφαχτά κρεμασμένα κι απ' το φόβο σου, κρυβόσουν ανάμεσα στα πόδια του πατέρα σου και δεν έβγαινες από κει ούτε στο πρώτο, ούτε στο τρίτο τσίπουρο, τα τρία ήταν το ανώτερο που πίναμε, γιατί στο τέταρτο έβγαινε η μάνα σου στο μπαλκόνι και τον φώναζε. Όταν δεν είχαμε αρνιά κρεμασμένα στο τσιγκέλι, όχι μόνο δεν κρυβόσουν αλλά, μας έτρωγες κι όλους τους μεζέδες. Ε, το λοιπόν αυτή ούτε φόβο ούτε τίποτα, έβγαζε τη γλώσσα, κουνούσε τα σφαχτά πέρα δώθε και φώναζε μπου, μπου!, άτιμο πλάσμα σου λέω. Από τότε την έβγαλα Μπουμπού, ήταν και κοντή, έτσι και παράμεινε δηλαδή, δεν την άφησαν οι διαολιές να ψηλώσει. Καλά κατάλαβες, μ' αυτήν φουρκίστηκα, από ποια ξαδέρφη πήρε μωρέ, κοιτάς να τη δικαιολογήσεις, κανένας δεν είναι τόσο κοντός στο σόι, η μάνα της μέτρια, τον Χρήστο τον πατέρα της δεν τον λες και κοντό, σε κανέναν δεν έμοιασε σου λέω, αυτή είναι ένα νταμάρι από μόνη της, δεν την άφηναν τα διαόλια σου λέω. Χηνάρι, την είπε μια μέρα ένας πελάτης και τον μάλωσα, άκου να πει το κοριτσάκι «χηνάρι». Έμοιαζε λέει με κάτι κοκκινόχηνες, έτσι κοντούλα όπως ήταν και με τα κόκκινα μαλλιά, κι εγώ του είπα και τα ελάφια είναι κόκκινα και γιατί να μη την πούμε ελαφίνα, όπως και να το κάνουμε άλλη χάρη έχει η ελαφίνα. Από τότε ελαφίνα την ανέβαζα, ελαφίνα την κατέβαζα και δώστου καμάρια αυτή. Δεν μ' άκουσες ποτέ να τη λέω έτσι; που να με ακούσεις, όταν μεγάλωσε δεν ταίριαζε να τη λέω Μπουμπού-ελαφίνα!, την έλεγα όμως δικηγορίνα, γιατί πήγαινε η γλώσσα ροδάνι, αλλά και δικαστίνα γιατί μας περνούσε από δικαστήριο. Γιατί το ένα, γιατί το άλλο, έτσι να κάνεις εδώ, αλλιώς να κάνεις εκεί, για όλα είχε λόγο. Α, γειά σου, δεν έγινε ούτε δικηγορίνα ούτε δικαστίνα, έγινε όμως προεδρίνα. Προεδρίνα στον ένα σύλλογο, προεδρίνα στο άλλο σωματείο και στο τέλος στρατιωτίνα. Όχι, δεν κάνεις λάθος, δεν μπήκε στο στρατό, στο κόμμα μπήκε και όταν τη ρώτησα μια φορά αν είναι στέλεχος , μου είπε πως είναι στρατιώτης στην πρώτη γραμμή της μάχης κι έτσι την είπα «στρατιωτίνα». Τι να σου πω, εγώ δεν ξέρω από κόμματα, από στρατό ξέρω κι εκεί, όπως τα λες, δεν γίνεσαι εύκολα από στρατιώτης, στρατηγός. Αυτή όμως άλλαξε στρατό, κόμμα θέλω να πω, πήγε σ' αυτό που είχε πέραση κι από «στρατιωτίνα» κατάφερε να γίνει υποψήφια βουλευτίνα. Την έλεγα βουλευτίνα και ψήλωνε δέκα πόντους. Κι αφού της άρεσε, βουλευτίνα την ανέβαζα, βουλευτίνα την κατέβαζα. Όχι, βρε δεν την κορόιδευα, μακάρι να γίνει το κορίτσι γιατί να μη γίνει, να έχουμε κι έναν δικό μας άνθρωπο, θα μου πεις τι τον θέλω εγώ τον δικό μου άνθρωπο, ανάγκη τους έχω; αυτοί μ' έχουν ανάγκη κι όχι εγώ αυτούς, κανένα κόμμα δεν μου έδωσε να φάω. Περίμενε βρε, μπα βιασύνη, θα γεράσεις γρήγορα, θα φτάσω και στο δια ταύτα. Έρχεται που λες, πριν λίγες μέρες, βρε καλώς την βουλευτίνα, λέω δυνατά να το ακούσουν όλοι στο μαγαζί, όχι βουλευτίνα κυρ Μήτσο, μου λέει, αλλά τι; τη ρωτάω, «βουλεύτρια» μου λέει, «άκουσες; βουλεύτρια και μη ξαναπείς βουλευτίνα, είναι λάθος», δεν δίνω σημασία, φεύγει. Ξαναήρθε μετά από λίγες μέρες να ζητήσει ενίσχυση για το κόμμα, καλώς τη βουλευτίνα, την υποδέχτηκα, «αμάν πια κυρ Μήτσο» μου λέει αυστηρά σαν δικαστίνα, «βουλεύτρια, βου-λεύ-τρι-α είπαμε, πες το επιτέλους σωστά». Ύπαγε οπίσω μου σατανά, λέω μέσα μου, της έδωσα δέκα ευρώ, λίγα της φάνηκαν, έφυγε. Τι άλλο να με πειράζει βρε κορίτσι μου; ήρθε τώρα το χηνάρι, άντε μη πω τίποτα χειρότερο, να μου κάνει μάθημα γλώσσας τώρα στα γεράματα, όπως θέλω θα τη λέω. Σήμερα μου 'ρθε πρωί πρωί, με ύφος εκατό καρδιναλίων, μας είπε ότι βιάζεται πολύ, πάρα πολύ, το μαγαζί ήταν γεμάτο πελάτες, «αν είσαι και βουλεύτρια με τη σειρά σου θα πας», της λέω, πως μου 'ρθε να την πω βουλεύτρια θα μου πεις, κι εγώ απόρησα. Μπράβο, μου λέει που έμαθα επιτέλους να το λέω σωστά, βουλεύτρια, όχι βουλευτίνα. Την κοιτάω πάνω απ' τα γυαλιά, το πάει φιρι-φιρι, σκέφτομαι και πριν τη σιχτιρίσω «έλα τώρα, βάλε μου και δυο κιλά προβατίνα για γιουβέτσι, βιάζομαι σου λέω», λέει. «Βρε κακό μπλέξιμο, θα σε φτιάξω εγώ», βγάζω τα γυαλιά και φωνάζω να με ακούσει όλο το μαγαζί, «άκου να σου πω κυρά βουλεύτρια, όταν θα γίνεις βουλευτίνα να έρθεις να σου δώσω προβατίνα, για τις βουλεύτριες έχω μόνο χοιρινό». Γούρλωσε τα μάτια, φούσκωσαν οι φλέβες στο λαιμό, έτοιμη ήταν να ποδαρίσει όπως έκανε μικρή. «Άμα δεν έχεις να πάω σε άλλο κρεοπωλείο», λέει , «ώρα καλή» της είπα και την έστειλα από κει που ήρθε. Όχι πες, φταίω; Μου ζάλισε το κεφάλι, βουλεύτρια και βουλεύτρια, που να γίνει κιόλας! θα μας βάζει να καθόμαστε στο ένα πόδι. Πε μου έχω άδικο; «'Εξω απ' άδικο κι από κακιά γυναίκα», ακούστηκε η φωνή του Καζαντζίδη από το ραδιόφωνο του κρεοπωλείου και μου 'δωσε την πάσα, «καλή καρδιά, κυρ Μήτσο μου, το τσιπουράκι κερασμένο από εμένα», είπα του Αντώνη και τους χαιρέτησα.

 

http://avgi-anagnoseis.blogspot.com/ 

 


Του Αντώνη Ψάλτη*

 ΕΛΕΝΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ, Χαϊκού, εκδόσεις Θράκα, Λάρισα 2020 

 Το τι είναι και πώς γράφεται ένα ποίημα χαϊκού είναι γνωστό σε πολλούς. Όπως γνωστό είναι ότι το χαϊκού είναι το ποίημα που γοήτευσε εντέλει όλη την υφήλιο και χιλιάδες ποιητές. Το ποιητικό ντεμπούτο (το συγγραφικό έγινε πριν αρκετά χρόνια) της Ελένης Αναστασοπούλου είναι ένα κομψό, μικρόσχημο βιβλίο ανάλογο των ιαπωνικής φόρμας ποιημάτων. Ένα βιβλίο τσέπης που σου επιτρέπει να ανατρέχεις στις σελίδες του κάθε στιγμή για μια ανάσα διαφυγής. 

Αποτελείται από 4 ενότητες, που αντιστοιχούν στις 4 εποχές του έτους. Οι 3 περιέχουν 22 ποιήματα (η άνοιξη έχει 20 χαϊκού και 2 τάνκα, πρώιμη μορφή χαϊκού), ενώ ο χειμώνας 21, άρα ένα λιγότερο. Μήπως επειδή ο χειμώνας είναι η μικρότερη εποχή του χρόνου στην νοτιοανατολική μεσόγειο; Το βιβλίο ξεκινάει με την άνοιξη και το πρώτο ποίημα αναφέρεται στην «ασυγκράτητη» άνοιξη. Όντως έτσι είναι, αν δεν είναι ασυγκράτητη η άνοιξη, η εποχή της ερωτικής αφύπνισης, τότε ποια είναι; Ασυγκράτητα επιθετικά και ερωτικά ξεκινάει το βιβλίο της η Αναστασοπούλου, άρα και αισιόδοξα στοιχηματίζει κανείς. Αντίστοιχα, το τελευταίο ποίημα του βιβλίου απ’ την ενότητα του χειμώνα αναφέρεται στον έρωτα, σαν να συμβαίνει ένας κύκλος αρχής και τέλους μέσα στον οποίο περικλείονται όλα τα άλλα ποιήματα. 

Το πρώτο ποίημα από την εποχή της άνοιξης είναι γενικότερα μια εισαγωγή στην εποχή, γι’ αυτό και στερείται του μεμονωμένου στιγμιαίου γεγονότος, όμως μετά, σε όλα τα υπόλοιπα χαϊκού, έχουμε την αποτύπωση της στιγμής, χαρακτηριστικό της γραφής των χαϊκού. Το ίδιο περίπου συμβαίνει και με τις άλλες εποχές. Όταν όμως η Αναστασοπούλου αποφασίσει με ιδιαίτερη δύναμη και προσοχή να σπάσει τους αυστηρούς κανόνες θα μας δώσει και πολιτικά χαϊκού, πράγμα σπάνιο, όπως αυτό με το οποίο τελειώνει το καλοκαίρι και αυτό με το οποίο ξεκινάει το φθινόπωρο. Σε όλη την έκταση του βιβλίου, τα πουλιά, τα δέντρα, τα αστέρια, το φεγγάρι, ο ήλιος, το φως, το αμπέλι, η θάλασσα, ο έρωτας διαπερνούν τα ποιήματα.

 Θα τολμήσω να πω ότι το βιβλίο της Αναστασοπούλου είναι ένα ψηφιδωτό μεσογειακού χαϊκού. Επίσης στο βιβλίο βρίσκουμε αρκετά συχνά και το δεύτερο πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται ερωτικά η ποιήτρια. Μάλιστα αυτή την ανάγκη συντροφικότητας την βλέπουμε εντονότερα στην τελευταία ενότητα, στην εποχή του χειμώνα. Ποιος ξέρει; Αν την άνοιξη ασυγκράτητα ερωτευόμαστε, τον χειμώνα έχουμε εντονότερη την ανάγκη του άλλου δίπλα μας; Μήπως επίσης με την σειρά που μας παραθέτει η Αναστασοπούλου τις εποχές, από την άνοιξη στον χειμώνα, είναι σαν να μας δίνει και αλληγορικά τις εποχές της ζωής του ανθρώπου; Παρόμοια ερωτήματα γεννιούνται στο μυαλό του αναγνώστη καθώς διαβάζει και ξαναδιαβάζει το βιβλίο. 

Σε κάθε περίπτωση, δεν έχουμε να κάνουμε με μια γλυκανάλατη ερωτική ποίηση, ούτε με μία ψευτορομαντική θέαση της φύσης. Προφανώς είμαστε πολύ μακριά από τον 16ο γιαπωνέζικο αιώνα, και δεν θα μπορούσε να συμβαίνει αλλιώς, αφού όπως και να γίνει είναι εντελώς διαφορετική η δική μας νοοτροπία, αλλά η Αναστασοπούλου όταν εκθειάζει το μεγαλείο και την ομορφιά της φύσης το πράττει με μία ποιητική ματιά, η οποία ματιά –η Αναστασοπούλου συχνά αποστασιοποιείται ως πρόσωπο και δίνει προτεραιότητα στην ποιητική ματιά– στοχάζεται την φύση, την δύναμή της, τον έρωτα, και την θέση του ανθρώπου (όχι όμως ανθρωποκεντρικά) μέσα στο σύμπαν που μας παρουσιάζει. Την έκδοση συμπληρώνουν τα εξαιρετικά σχέδια του εικαστικού Νίκου Παπαδόπουλου. Τα λιτά σχέδιά του είναι σύνολα στιγμών και είναι απόλυτα εναρμονισμένα με τον χαρακτήρα των χαϊκού, που απαρτίζεται από τη δύναμη της στιγμής και την λιτότητα της έκφρασης. 

 *Ο Αντώνης Ψάλτης είναι ποιητής

Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2020

FARY TALLES-ELENI ANASTASOPOULOU- ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ-ΕΛΕΝΗ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ

2014 A beetle impedes the friendship of Erasmus and Herald. However, friendship has the power to overcome obstacles and difficulties. It has the power to transform people, give them courage and make them strive to conquer their dreams.

                                                                         2016
In the village Kipera, in Africa, the children grow up in huts, play in soil, creating toys with their hands like  balls from rags, cars with bottles and wheels from caps. The children in Kipera  are happy and love the candies. In the village lives also the giant Babayum who doesn’t love the children because they ate the candies that  giant loves very much.
When a baby was born in the village, the heart of Babayum  filled with love.
Since then everyone in Kipera of Afrika, lived happily and loved one another, the children continue to play on the soil with their improvised games and share the candies with Babayum.


                                                                       2016
A doll will be the companion of a child on the road of the forced and violent escape from his homeland. At the most difficult time,  in the middle of the turbulent sea, the doll falls into the waves to save her friend from the dragon of the seabottom. In the child's hands,  remained only the little sandal of the doll. The boy was desperate.
Will he see the lost doll again?
Will he wear her the sandal to come back to their home?
The doll will become the reason to find a friend in the new homeland and the sandal will become the symbol that will unite them.
2019   (Nominee for first prize from the Greek Children's Book Circle, member IBBY) The birds are Grandpa's friends. Every day Grandpa and Alba like to see the train and go to the train station. There, while waiting for the train, Grandpa tells stories of his life in Alba. But one day he began to forget and confuse names and places. The birds went to  his grandson Marios and made a plan to help grandfather remember again .